Περίληψη του πορίσματος του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ για τα προβλήματα της ελληνικής γεωργίας

Οι αγροτικές κινητοποιήσεις κατέστησαν σαφές, ότι ποτέ στη χώρα μας δεν υπήρξε και δεν ασκήθηκε ολοκληρωμένη πολιτική στον πρωτογενή τομέα της Ελληνικής Οικονομίας και ότι στον αγροτικό κόσμο υπάρχει έντονη η αίσθηση μιας αβεβαιότητας για το μέλλον της γεωργίας.

Η κατάσταση αυτή είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής που εφαρμόστηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Είναι το αποτέλεσμα της έλλειψης εθνικής στρατηγικής και μακρόπνοων πολιτικών επιλογών ενίσχυσης της αγροτικής οικονομίας. Η παθητική εναπόθεση της λύσης των αγροτικών προβλημάτων στις αποφάσεις της Ε.Ε. και η πολιτική λιτότητας των κυβερνήσεων της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ έχουν οδηγήσει την γεωργία στη στασιμότητα, στην απώλεια των αγορών, στην εγκατάλειψη του γεωργικού επαγγέλματος.

Η φιλελευθεροποίηση των αγορών που επέβαλε η συμφωνία της GATT και η αναγκαία προσαρμογή της ΚΑΠ σ’αυτή την κατεύθυνση, όπως η νέα Μεσογειακή Πολιτική της Ε.Ε. οξύνουν τον ανταγωνισμό, ακόμα και στη δική ΄μας αγορά και δημιουργούν νέα εκρηκτικά προβλήματα στη γεωργία μας, αφού πλήττονται περισσότερο τα μεσογειακά προϊόντα, θέτουν σε κίνδυνο το εισόδημα των γεωργών και δημιουργούν κινδύνους για αλματώδη αύξηση της ανεργίας στη χώρα μας.

Ο ΣΥΝ είναι αντίθετος στην ανεξέλεγκτη φιλελευθεροποίηση των αγορών αγροτικών προϊόντων. Παλεύει για μία νεά ΚΑΠ που:

  • θα στηρίζει ουσιαστικά την παραγωγή αγροτικών προϊόντων και ιδιαίτερα αυτών που είναι ελλειμματικά στην Ε.Ε. όπως τα μεσογειακά και θα ενισχύσει την παραμονή των αγροτών στη γεωργία και για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος.
  • θα στηρίζει το εισόδημα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και θα είναι δίκαιη και αλληλέγγυα προς όλους, με ίδιους κανόνες χρηματοδότησης, ίδιες ευκαιρίες ανάπτυξης, ίδιες συνταξιοδοτικές συνθήκες, με αύξηση και ανακατανομή των πόρων του FEOGA προς όφελος των χωρών του Νότου της Ε.Ε., ιδιαίτερα εν όψει της διεύρυνσης με τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
  • θα ενισχύσει τις επενδύσεις στη μεταποίηση και εμπορία των αγροτικών προϊόντων και θα συμβάλλει στον εκσυγχρονισμό των αγροτικών εκμεταλλεύσεών.

Επανειλημμένα δόθηκαν ευκαιρίες για χάραξη και για αναθεώρηση της αγροτικής πολιτικής (είσοδος της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ. μεταρρύθμιση της Κ.Α.Π.) που δεν αξιοποιήθηκαν από τους κυβερνώντες. Τα προβλήματα που κάθε φορά ανέκυπταν αντιμετωπίστηκαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται επιφανειακά και αποσπασματικά. Εφαρμόστηκε κατά κύριο λόγο πολιτική επιδοτήσεων με στόχο την αποφυγή του πολιτικού κόστους, όπως αυτό το υπαγόρευε κάθε φορά η επικαιρότητα με την οποία η εκάστοτε κυβέρνηση άτολμα συνθηκολογούσε. ΄Ετσι στερήθηκε η αγροτική οικονομία τη πνοή μακράς ζωής.

Οι παραλείψεις της Ν.Δ. την επταετία 74-81 δεν δίνουν άλλοθι στην απραξία του ΠΑΣΟΚ την οκταετία 81-89. Η υπερχρέωση του αγροτικού κόσμου την περίοδο 90-93 δεν απαλλάσει το ΠΑΣΟΚ από την ευθύνη του για το συνεχώς μειούμενο αγροτικό εισόδημα την περίοδο 93-96. Η μέχρι σήμερα ακολουθούμενη αγροτική πολιτική από τις κυβερνήσεις των δύο κομμάτων είχε ως στόχο μόνο την με χρηματοπολιτική αντίληψη απορρόφηση των πόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι κοινοτικοί πόροι κατασπαταλήθηκαν σε καταναλωτικές ανάγκες και όχι για τις διαρθρωτικές επενδύσεις που θα εξασφάλιζαν την αναγκαία υποδομή στη γεωργία και θα δημιουργούσαν ανταγωνιστικές εκμεταλλεύσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη βραχυχρόνια βελτίωση των αγροτικών εισοδημάτων ορισμένων τομέων της παραγωγής, την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη ορισμένων άλλων και ιδιαίτερα των πλεονασματικών καλλιεργειών αλλά και την υπόσκαψη του μέλλοντος πολλών άλλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Χρειάζεται βέβαια να επισημάνουμε ότι αν η χώρα μας δεν είχε ενταχθεί στην Ε.Ε. τουλάχιστον από άποψη τιμών των προϊόντων και προστασίας του εισοδήματος η αγροτική οικονομία θα ήταν σε χειρότερη μοίρα.

Ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου που πρότεινε τη σύσταση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής κατέθεσε κείμενο (πρόταση πορίσματος) στο οποίο αναλύει τα διαρθρωτικά και θεσμικά προβλήματα του πρωτογενούς τομέα, τις αλλαγές που έχουν δρομολογηθεί στο διεθνές περιβάλλον το οποίο είναι καθοριστικό για την ελληνική γεωργία και τέλος παρουσιάζει τις κατευθύνσεις πολιτικής καθώς και προτάσεις οι οποίες θα μπορούσαν να συμβάλλουν θετικά στη δρομολόγηση λύσεων και στη λήψη αποφάσεων που θα βγάλουν την ελληνική γεωργία από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα.

Θα μπορούσαμε συνοπτικά να αποτυπώσουμε την σημερινή κατάσταση στον αγροτικό χώρο σε τρεις προτάσεις:

  • Ελλειψη αγροτικής πολιτικής.
  • Ελλειψη σχεδίου και στόχων διαπραγμάτευσης στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Πολιτικής.
  • Ελλειψη όρων και προϋποθέσεων κοινωνικής προστασίας τους αγροτικού πληθυσμού.

Τα διαρθρωτικά προβλήματα του αγροτικού χώρου εντοπίζονται στα εξης σημεία:

α. Μικρό και πολυτεμαχισμένο μέγεθος των εκμεταλλεύσεων

β. Πτωτική πορεία επενδύσεων

γ, Ανεπαρκής προσφορά κρατικών υπηρεσιών

δ. Υψηλό κόστος παραγωγής

ε. Ελλειψη έρευνες-εκπαίδευσης

στ.Χρηματοδότηση της γεωργίας

ζ. Η υψηλή συμμετοχή στην παραγωγή ευπαθών προϊόντων που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα διάθεσης, μέσα σε περιορισμένη χρονική περίοδο

η. Η ανεπαρκής ανάπτυξη και λειτουργία του συστήματος μεταποίησης και διακίνησης των αγροτικών προϊόντων

θ. Η ελλειπής και εν πολλοίς ευκαιριακή, παρουσία των προϊόντων μας στις διεθνείς αγορές. Το προβληματικό δίκτυο μεταφορών. Η αδυναμία των συλλογικών φορέων να δραστηριοποιηθούν σε μία εξαγωγική κατεύθυνση και να ελέγξουν, ως ένα βαθμό τις ροές του εμπορίου.

Τα θεσμικά προβλήματα του τομέα είναι επιγραμματικά:

α. Η καθυστέρηση στην κατάρτιση του Μητρώου Αγροτών

β. Η έλλειψη αυτονομίας του συνεταιριστικού κινήματος

γ. Η λειτουργία του Συμβουλίου Αγροτικής Πολιτικής

δ. Ο τρόπος λειτουργίας του ΕΛΓΑ

ε. Η έλλειψη κινήτρων για τους νέους αγρότες

Διεθνές περιβάλλον- Κ.Α.Π.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της σημερινής εποχής εντοπίζονται στις αλλαγές των κανόνων λειτουργίας της διεθνούς αγοράς. Οι ήδη γενόμενες μεταβολές (εφαρμογή της συφωνίας της G.A.T.T., αναθεώρηση της ΚΑΠ), η προοπτική του νέου γύρου των διαπραγματεύσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου που θα επιφέρει νέο κύμα αλλαγών και ανακατατάξεων, καθώς και το καθεστώς των προτιμησιακών συμφωνιών της Ε.Ε. υποχρεώνουν την ελληνική γεωργία να λειτουργήσει στο διεθνές περιβάλλον και με τους όρους της παγκόσμιας αγοράς αν θέλει να έχει μέλλον και προοπτική.

Οι εξελίξεις αυτές προκαλούν φόβους και ανησυχίες για τη δημιουργία αρνητικών επιπτώσεων στον αγροτικό τομέα και κατ’επέκταση στην ελληνική οικονομία. Οι ανησυχίες αυτές είναι σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένες συσχετιζόμενες με την συνεχή μείωση του αγροτικού εισοδήματος που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια αλλά και με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Ελληνες παραγωγοί στην καλλιέργεια και διάθεση των προϊόντων τους.

Το άνοιγμα των αγορών και η όξυνση του ανταγωνισμού είναι πλέον γεγονότα, όπως γεγονός είναι επίσης η διαμόρφωση των νέων καταναλωτικών προτύπων αλλά και η εμφάνιση νέων αγορών. Το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι “πως αντιμετωπίζεται η νέα αυτή κατάσταση”. Η λύση δεν βρίσκεται σε βήματα προς τα πίσω (κλείσιμο των αγορών, απομόνωση), η ή σε προσπάθειες διατήρησης ή συντήρησης πολιτικών που εκ των πραγμάτων αποδεικνύονται αναποτελεσματικές για την αντιμετώπιση της νέας πραγματικότητας. Το μέλλον της ελληνικής γεωργίας και η σχετική της θέση στην ευρωπαϊκή και τη διεθνή αγορά εξαρτώνται καθοριστικά από την ικανότητα προσαρμογής της στις νέες συνθήκες ανταγωνισμού που διαμορφώνονται. Είναι επείγουσα ανάγκη πλέον να αναληφθεί το πολιτικό και οικονομικο κόστος για την προώθηση των αναγκαίων προσαρμογών, ώστε να υπάρξει ένα βιώσιμο μέλλον για την ελληνική γεωργία.

Είναι προφανές ότι μία Ευρώπη - Δύναμη δεν μπορεί να αφήσει τη γεωργία της έρμαιο ανεξέλεγκτων και αστάθμητων δυνάμεων της παγκόσμιας αγοράς. Ούτε μπορεί να επιτρέψει τη διάλυση του κοινωνικού ιστού στις αγροτικές περιφέρειές της. Η ευρωπαϊκή γεωργία δεν μπορεί να επιβιώσει σε συνθήκες ελεύθερου παγκόσμιου ανταγωνισμού, πλην ορισμένων εξαιρέσεων που θα αφορούν μεταξύ άλλων τις παραγωγές προϊόντων υψηλών ποιοτικών απαιτήσεων. Τυχόν άρση της στήριξης θα σημάνει το τέλος στο μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής γεωργίας, ακόμα κι αν βρεθούν τρόποι για το διεθνή έλεγχο του λεγόμενου “κοινωνικού” ή και του “οικολογικού” dumbing. Η Ε.Ε. είναι λοιπόν υποχρεωμένη να προσαρμόσει την ΚΑΠ στα νέα παγκόσμια δεδομένα και στις ανάγκες της μεταβιομηχανικής εποχής που διανύουμε, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η σύγχρονη ΚΑΠ θα πρέπει να δώσει πειστικές απαντήσεις στα βασικά κοινωνικά προβλήματα του καιρού μας (ανεργία, κοινωνικός αποκλεισμός, ποιότητα ζωής, υγιεινή τροφίμων κ.λ.π.)

Κατευθύνσεις πολιτικής

Οι προτάσεις του ΣΥΝ για συγκεκριμένες δράσεις κινούνται στην κατεύθυνση ενεργειών προώθησης της αναπτυξιακής διαδικασίας και του εκσυγχρονισμού, έννοιες για τις οποίες απαιτούνται::

  • Αυξημένοι οικονομικοί πόροι, ένταση των επενδύσεων, τεχνολογικός και οργανωτικός εκσυγχρονισμός των παραγωγικών μονάδων, με στόχο τη μείωση του κατά μονάδα κόστους παραγωγής.
  • Θεσμικός εκσυγχρονισμός και αναπροσανατολισμός του ρόλου, αφενός των γεωργικών δημόσιων υπηρεσιών (κεντρικών, περιφερειακών, ερευνητικών, εκπαιδευτικών) και εφετέρου των συνεταιριστικών οργανώσεων που θα πρέπει επιτέλους να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών των ιδίων των αγροτών.
  • Αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που προσφέρει η στροφή στην παραγωγή και κατανάλωση προϊόντων ποιότητας και ονομασίας προελεύσεων. Η στρατηγική αυτή φαίνεται να προσαρμόζεται καλύτερα στα μόνιμα χαρακτηριστικά της ελληνικής γεωργίας με τις μικρές και πολυτεμαχισμένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις, και υπόσχεται προοπτικές βιωσιμότητας στην εγχώρια και κοινοτική αγορά.

Προς την κατεύθυνση ενεργοποίησης του ανθρώπινου παράγοντα, τη σημασία του οποίου ουδείς αμφισβητεί, έιναι απαραίτητο, οι δράσεις μας να κινηθούν:

  • Στην ολοκληρωμένη ανάπτυξη του αγροτικού χώρου με αξιοποίηση του τοπικού παραγωγικού δυναμικού.
  • Στην ενίσχυση των δυνατοτήτων πολυαπασχόλησης, για τη δημιουργία πρόσθετων πηγών εισοδήματος,
  • Στην παροχή κινήτρων για τη δημιουργία και ενίσχυση των βιώσιμων εκμεταλλεύσεων,
  • Στην αναβάθμιση των θεσμών, των μηχανισμών και του περιεχομένου της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, δεδομένου ότι, η εξειδίκευση, η κοινωνική καταξίωση και η κατοχύρωση του γεωργικού επαγγέλματος μπορούν να συμβάλλουν αποκλειστικά στη δημιουργία ενός γεωργικού δυναμικού, ικανού να αναλαμβάνει επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και καινοτόμες επενδυτικές δράσεις,
  • Στη δημιουργία μηχανισμών άμεσης πληροφόρησης των παραγωγών και των φορέων τους κυρίως σε ότι αφορά τις σημειούμενες μεταβολές και τις απαιτήσεις της αγοράς.
  • Στην ενίσχυση των ερευνητικών δικτύων, ώστε να διασυνδεθούν άμεσα με τις συγκεκριμένες ανάγκες του παραγωγού, υποδεικνύοντας τις νέες προοπτικές και τις εναλλακτικές δυνατότητες που προσφέρουν οι ταχύτατα αναπτυσσόμενες νέες τεχνολογίες. Τα δίκτυα αυτά θα πρέπει να αποκτήσουν μία σαφή και πλήρη περιφερειακή διάσταση, όπου εκτός του τεχνικού χαρακτήρα ερευνητικών προγραμμάτων θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση και στις κοινωνικές και οικονομικές πτυχές.

Αξονας αφαλώς των δράσεων μας θα πρέπει να είναι η προστασία και η ανάδειξη των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ελληνικής παραγωγής και μολονότι κάτι τέτοιο θα έπρεπε να εξυπακούεται, εν τούτοις, τα τελευταία χρόνια, γινόμαστε μάρτυρες μιας συνεχούς υποβάθμισης των προϊόντων μας.

Τέλος, πρέπει να υπογραμμιστεί η ανάγκη της πληρέστερης δυνατής αξιοποίησης, κατά προτεραιτότητα, των δράσεων, των μέτρων και των πιστώσεων που προβλέπονται στο διαρθρωτικό σκέλος της ΚΑΠ και στο 2ο πακέτο Delors.

Πόρισμα

“για την μελέτη σε βάθος του προβλήματος των αγροτικών κινητοποιήσεων και την υπόδειξη τρόπων για την αντιμετώπιση των γενικών και μόνιμων συνθηκών της αγροτικής παραγωγής”

Κατατέθηκε στις 29.5.97
απο το μέλος της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής
Βαγγέλη Αποστόλου, Βουλευτή Ευβοίας του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου

synlogo2.gif (1088 bytes)


Ολόκληρο το Πόρισμα
σε WORD 6.doc
(Zip File 56KB)