Χαιρετισμός του Προέδρου του Συνασπισμού Ν.Κωνσταντόπουλου

στο 29ο Πανελλαδικό Συνέδριο
της Γ.Σ.Ε.Ε.

Καβάλα, 12 Μαρτίου 1998


Το συνέδριο της ΓΣΕΕ είναι μια ακόμη πρόκληση για το συνδικαλιστικό κίνημα σε συνθήκες κρίσιμες. Είναι ένας ακόμη σταθμός σε μια μακρά πορεία αγωνιστικής παρουσίας των δυνάμεων της εργασίας στη διαμόρφωση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Είναι ένας ακόμη σταθμός για την αυτοσυνείδηση της κοινωνίας, για τη διαμόρφωση στρατηγικής και την ανασύνταξη του περιεχομένου ζωής, που πρέπει να έχει το μέλλον και οι κοινωνικές αξίες.

Κυρίες και κύριοι σύνεδροι

Στο τέλος του αιώνα που διανύουμε, τα προβλήματα διογκώνονται δραματικά, ο κοινωνικός ιστός εμφανίζει επικίνδυνες ρωγμές και είναι φανεροί πλέον οι κίνδυνοι συνολικής απορύθμισης της κοινωνίας με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ευημερία και την πρόοδο. Στο τέλος του αιώνα που διανύουμε οι κοινωνίες μας βαδίζουν με ανοιχτές πληγές και με εξαιρετική αβεβαιότητα για το μέλλον.

Φαινόμενα γενικευμένης ανεργίας, περιορισμού των κοινωνικών δικαιωμάτων και περιστολής των κοινωνικών κατακτήσεων, φαινόμενα δραστικής μείωσης του εισοδήματος και δραματικής υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου μεγάλου μέρους του πληθυσμού, φαινόμενα εξαιρέσεων και αποκλεισμών από βασικές διεργασίες που συντελούνται στο κοινωνικό γίγνεσθαι, τείνουν να εξαπλώνονται ανεξέλεγκτα και να διαβρώνουν τις παραδοσιακές δομές προστασίας και τις κοινωνικές κατακτήσεις.

Στις νέες κοινωνικές συνθήκες οι δυνάμεις της εργασίας πρέπει να αποτελέσουν το πρώτο ανάχωμα της κοινωνίας μπροστά στον υπαρκτό κίνδυνο οπισθοδρόμησης και πρέπει να βρεθούν στην πρώτη γραμμή μάχης. Οφείλουν να εξυψώσουν πριν από όλα τον δημιουργικό και αναντικατάστατο χαρακτήρα της εργασίας, κόντρα σε εκείνους που προβλέπουν το τέλος της. Οφείλουν να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο περιβαλλοντικά βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης που θέτει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της τον άνθρωπο, που βασίζεται στην εργασία και αξιοποιεί τον εργαζόμενο. Οφείλουν να προβάλλουν επιθετικά τη διαρκή επικαιρότητα του αιτήματος για πλήρη απασχόληση. Οφείλουν να διατρανώσουν την επιμονή στις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης και της αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών. Οφείλουν να επιβεβαιώσουν τον αναντικατάστατο ρόλο του κοινωνικού κράτους στην οικοδόμηση θεσμών αλληλεγγύης, στην προάσπιση των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων και στη στήριξη των αναδιανεμητικών λειτουργιών του, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου γενικά και σε προτεραιότητα των πιο αδύναμων και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.

Η κοινωνική συνοχή πρέπει να επανακτηθεί. Τίποτα δεν μπορεί να αποτελέσει κοινωνική κατάκτηση αν η ίδια η κοινωνική συνοχή έχει διαραγεί, αν η κοινωνία είναι γεμάτη ρωγμές, με ανεργία, φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό.

Κυρίες και κύριοι σύνεδροι

Το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπο με τεράστια προβλήματα.

Το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή.

Η ραγδαία απομαζικοποίηση του συνδικαλιστικού κινήματος, η μειωμένη αντιπροσωπευτικότητα των συνδικαλιστικών οργανώσεων (και η κρίση νομιμοποίησης που αυτό δημιουργεί), η ύπαρξη νέων ομάδων εργαζομένων με ανεπαρκή ή πλήρη απουσία αντιπροσώπευσης (άνεργοι, μετανάστες, άτυπη εργασία), ο κατακερματισμός και η ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και η δημιουργία ποικίλων μορφών εργασιακής σχέσης, η κυβερνητική επίθεση για την περαιτέρω ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και η κρίση στο ασφαλιστικό σύστημα, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα προβλημάτων με τα οποία θα αναμετρηθεί το συνδικαλιστικό κίνημα τα επόμενα χρόνια. Η ΓΣΕΕ πρέπει να φανεί αντάξια των προσδοκιών των εργαζομένων και να αντιστοιχίσει την παρέμβασή της με την κρισιμότητα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και το συνδικαλιστικό κίνημα.

Οι απαντήσεις πρέπει να είναι σαφείς. Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να διατρανώσει την αντίθεσή του στην νεοφιλελεύθερης έμπνευσης πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση. Πρέπει να διατυπώσει μια νέα στρατηγική για την ανάπτυξη της χώρας με κεντρικό στοιχείο την αναβάθμιση της μισθωτής εργασίας. Στοιχεία που θα συνέχουν αυτό το νέα στρατηγικό σχεδιασμό πρέπει να είναι:

  • η αύξηση της απασχόλησης και η μείωση της ανεργίας

  • η σημαντική ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων

  • η θετική για τους εργαζόμενους αναμόρφωση του εργασιακού μοντέλου

  • η αναβάθμιση του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής ασφάλισης

Κυρίες και κύριοι σύνεδροι,

1. Η πολυετής εφαρμογή περιοριστικών εισοδηματικών πολιτικών οδηγεί σήμερα, ολοένα και περισσότερο πρόσωπα, από την ίδια οικογένεια, στην αγωνιώδη αναζήτηση μιας θέσης απασχόλησης, μιας πηγής εισοδήματος.

Αυτό το κρίσιμο συμπέρασμα αναδεικνύεται μέσα από τα μόλις προχθές ανακοινωθέντα στοιχεία για την Εγγεγραμμένη Ανεργία και την απασχόληση από τον ΟΑΕΔ, που έδειξαν την ταυτόχρονη στασιμότητα της Ανεργίας σε υψηλά επίπεδα με την αύξηση των θέσεων απασχόλησης.

2. Η άνοδος κατά 60% των εσόδων του Κράτους κατά το πρώτο δίμηνο του 1998 από πηγές άμεσης φορολογίας φυσικών προσώπων δείχνει το υπέρμετρο βάρος και την υπερφορολόγηση των μισθωτών στρωμάτων. Αντί να επιχαίρει η κυβέρνηση και ο κ.Παπαντωνίου για την επιβάρυνση των πλέον αδύνατων οικονομικά και κοινωνικά στρωμάτων και να παρουσιάζουν ως αποτελεσματική την είσπραξη εσόδων από μισθωτούς που δεν μπορούν να κρύψουν τίποτα, θα έπρεπε να μιλήσουν για το όργιο της δημόσιας σπατάλης που δεν περιορίζεται και τη διευρυνόμενη παραοικονομία, φοροδιαφυγή και φοροκλοπή.

3. Η σημερινή εικόνα της Ελλάδας, ως χώρας της αποβιομηχάνισης, των φθινουσών περιοχών, της ανεργίας και της στασιμότητας, αδικεί την Ελλάδα, τον παραγωγικό και κοινωνικό δυναμισμό του κόσμου της εργασίας και της δημιουργίας.

Η νέα πορεία της χώρας και των εργαζομένων, η στρατηγική για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων του 21ου αιώνα παραμένουν ζητούμενο.

Οι πολιτικές της κυβέρνησης αντί να μικραίνουν, διευρύνουν την απόσταση ανάμεσα στην κοινωνική πραγματικότητα και την κοινωνική προσδοκία. Μεγαλώνει η δυσφορία και γενικεύεται η αίσθηση της εγκατάλειψης για την επίλυση των προβλημάτων. Οι διαχειριστικές πολιτικές έδειξαν τα όριά τους, την αναποτελεσματικότητά τους.

Η ισότιμη ευρωπαϊκή πορεία της χώρας υπονομεύεται από την κυβερνητική αδυναμία να διαπραγματευτεί την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ με πολιτικούς όρους. Έτσι η Ελλάδα θα μείνει μόνη χώρα εκτός ΟΝΕ παρά τις εξαντλητικές θυσίες που έδωσαν η κοινωνία και οι εργαζόμενοι. Με την ελληνική οικονομία μακριά από τους δείκτες, ευάλωτη στις νομισματικές αναταράξεις και ανοικτή σε κάθε είδους πιέσεις. Μέσα σ΄αυτό το περιβάλλον αμφισβητείται ο βαλκανικός ρόλος της Ελλάδας παρά τις εκκλήσεις και την προσδοκία των γειτονικών κρατών.

Η Ελλάδα συνεχίζει να ταλαντεύεται ανάμεσα στη στασιμότητα και την περιθωριοποίηση. Χωρίς να βάζει τέρμα σ΄όλα εκείνα που την κρατούν καθηλωμένη στο παρελθόν. Ένα παρελθόν που στα λόγια μόνο καταδικάζεται. Ένα παρελθόν που έδωσε στη χώρα δύο χαρακτηριστικά δεδομένα:

  • Να γίνει η Ελλάδα η τελευταία χώρα της Ευρώπης

  • Να κατέχουμε την ευρωπαϊκή πρωτοτυπία να είναι οι Έλληνες εργαζόμενοι οι χαμηλότερα αμειβόμενοι της Ευρώπης, ενώ την ίδια στιγμή τα κέρδη της επιχειρηματικότητας από τα υψηλότερα της Ευρώπης.

Από τον αυτόματο πιλότο των δεκαετιών του '80 στον κοινωνικό αυτοματισμό για τον 21ο αιώνα.

4. Οι εργαζόμενοι της χώρας έχουν υποβληθεί σε εξαντλητικές θυσίες για την εξυγίανση και τη σταθεροποίηση της οικονομίας.

Η κατανομή όμως των βαρών παραμένει βαθιά άδικη και μονόδρομη. Τα δε οφέλη που προκύπτουν από τη μεγέθυνση της οικονομίας εξακολουθούν να κατανέμονται άνισα. Το μερίδιο της μισθωτής εργασίας στο εθνικό εισόδημα μειώνεται.

Σε μια περίοδο που όλοι αναγνωρίζουν το ρόλο της παγκοσμιοποίησης και αναζητούν στρατηγικά στηρίγματα και συμμαχίες. Στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας η κυβέρνηση ανακοινώνει σχέδια για επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων Δημοσίων Επιχειρήσεων και ανατροπή νομοθετικών ρυθμίσεων που η ίδια ψήφισε.

Από τη μετοχοποίηση στην ιδιωτικοποίηση.

Από την εξυγίανση και την ανάπτυξη στη μαζική εκποίηση Δημοσίων Επιχειρήσεων.

Η κυβέρνηση μ΄αυτό τον τρόπο ομολογεί την αποτυχία της οικονομικής πολιτικής, την αδυναμία του προϋπολογισμού που ψήφισε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της οικονομίας, την ανυπαρξία σχεδιασμού και την ανικανότητα να στηρίξει τη δραχμή.

Η στροφή της κυβερνητικής πολιτικής στη μαζική εκποίηση Δημοσίων Επιχειρήσεων είναι κινήσεις πανικού, δεν συνιστούν υπεύθυνη πολιτική στάση. Η επιλογή της κυβέρνησης να ανταλλάξει τη δημόσια περιουσία, τις Δημόσιες Επιχειρήσεις έναντι των ελλειμμάτων και του χρέους για τη στήριξη της δραχμής είναι επικίνδυνη και λανθασμένη.

Αυτή η κυβερνητική επιλογή δεν συνιστά πολιτική για την ανταγωνιστική ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικονομία.

Μ΄αυτό τον τρόπο όλα τα δικαιώματα περνούν στον έλεγχο των πολυεθνικών επιχειρήσεων ενώ τα βάρη και οι υποχρεώσεις στους εργαζόμενους με τους εθνικούς θεσμούς σχεδιασμού και ελέγχου να μην μπορούν να παρέμβουν.

Είναι η ίδια πολιτική επιλογή που βλέπει στο Κράτος Πρόνοιας τις ευθύνες για την έλλειψη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Που πρέπει να αποδομηθεί πριν καν υπάρξει. Τα αποτελέσματα είναι ήδη εμφανή. 20 εκατομμύρια άνεργοι, 80 εκατομμύρια να ζουν κάτω από τα όρια φτώχειας και να διευρύνονται οι αποκλεισμοί από την κοινωνία.

Αυτή η πολιτική έχει αποτύχει. Έχει φέρει σε απόγνωση τους εργαζόμενους σ΄όλη την Ευρώπη.

Έχει τη βασική ευθύνη για τη μείωση της ελκτικότητας του ευρωπαϊκού οράματος για μια πιο δίκαιη κοινωνία προς όφελος των πολιτών, των εργαζομένων και των λαών της Ευρώπης.

5. Το Συνέδριο οφείλει να λειτουργήσει τολμηρά ιδιαίτερα σ΄αυτές τις συνθήκες της κατευθυνόμενης ισοπέδωσης και αναξιοπιστίας του συνδικαλιστικού κινήματος, των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών.

Με διαφάνεια, χωρίς αποκλεισμούς και σκοπιμότητες. Να δώσει μια νέα αφετηρία, ένα νέο ελπιδοφόρο προσκλητήριο για τη συσπείρωση και την αλληλεγγύη των εργαζομένων.

Να είναι μια απάντηση ζωής, ένα πολιτικό γεγονός μακριά από όλα εκείνα που θέλουν δήθεν το συνδικαλιστικό κίνημα να μην ανταποκρίνεται στα μηνύματα της εποχής και των νέων εργαζομένων.

Η περίοδος που διανύουμε έχει ιστορική σημασία.

Οι εργαζόμενοι πρέπει για μια φορά ακόμη να επιτελέσουν δημιουργικό ριζοσπαστικό ρόλο.

Να δράσουν ως δύναμη κοινωνικής πρωτοπορίας για τον ιστορικό σχεδιασμό του μέλλοντος με κοινωνική συνοχή και πρόοδο, διευρυμένη αλληλεγγύη και δημοκρατία, θεσμοθετημένο κοινωνικό διάλογο, στρατηγική για την απασχόληση.

Σταθεροί άξονες αυτού του στρατηγικού σχεδιασμού είναι:

  • Η εμβάθυνση κι ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της δημοκρατίας, με σύγχρονη κοινωνική πολιτική, που δεν θα αμφισβητεί τα κοινωνικά δικαιώματα ως απόλυτα και αδιαίρετα ανθρώπινα δικαιώματα, που θα αντιμετωπίζει τα διαβρωτικά φαινόμενα ατομικισμού, ξενοφοβίας, ρατσισμού και κοινωνικού αυτοματισμού, που θα εξασφαλίζει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και κοινωνικές προσαρμογές στις μορφές εργασίας, χωρίς ελαστικότητες και ανατροπές.

  • Η διεύρυνση και ανανέωση των θεσμών της δημοκρατίας, με δομές κοινωνικού διαλόγου ειλικρινούς και όχι προσχηματικού, με μεγαλύτερη συμμετοχή και αξιόπιστη αντιπροσώπευση, με αρχές και μηχανισμούς αξιόπιστου κι αποτελεσματικού ελέγχου των δράσεων της ανεξέλεγκτης αγοράς, του αδυσώπητου ανταγωνισμού και των προκλητικών εξωθεσμικών κέντρων.

  • Η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, της γνώσης και της παιδείας, σε μία στρατηγική δια βίου κατάρτισης για τη διεύρυνση της απασχόλησης, την ποιότητα και την παραγωγικότητα, με συνθήκες ισότητας και δικαιοσύνης στη διαμόρφωση του επιπέδου ζωής και του περιβάλλοντος εργασίας, με συνθήκες ισορροπίες μεταξύ κοινωνιών και περιβάλλοντος.

  • Η ανανέωση και εξυγίανση της κοινωνικής και πολιτικής νομιμοποίησης των δομών οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνικών και παραγωγικών δυνάμεων, με δημιουργική χειραφέτηση από τις παλαιές και νέες δουλείες του κρατισμού, του κυβερνητισμού, του επαγγελματισμού και του κομματισμού προκειμένου να κατακτηθεί η κοινωνική αυθεντικότητα του μαζικού κινήματος και η πολιτική του αποτελεσματικότητα ως δημιουργικής δύναμης μεταβολής για την πρόοδο.

Η επαναδιατύπωση των θεμελιωδών αρχών του αυτόνομου και αντιπροσωπευτικού κινήματος είναι όρος απαραίτητος και για να μην διακηρύσσει κανένας ότι μπορεί να κυβερνάει όπως θέλει, αλλά και για να μην χάνει την ιστορικότητα της εποχής καμμία συνδικαλιστική νοοτροπία εγκλωβισμένη στον εαυτό της και στους λογαριασμούς των συσχετισμών και των παραταξιακών ανταγωνισμών. Οι ευθύνες των κυβερνήσεων είναι δεδομένες. Αλλά τις κυβερνήσεις τις εκλέγουν οι πολίτες. Γι΄αυτό είναι δεδομένες και κρίσιμες και οι ευθύνες των πολιτών και των μαζικών κινημάτων για τις δραστικές μεταβολές που απαιτούνται στις πολιτικές που εφαρμόζονται.