Τιμόθεος: Θρησκευτική και τραπεζική πίστις
Θρησκεύομαι, λοιπόν,
σεβόμενος απεριόριστα όσους
θρησκεύονται. Και θλίβομαι με την
απεριόριστη διαθεσιμότητα σε όλα
ενίων Χριστιανών εν Κερκύρα
συμπολιτών μου.
Ενας ιεράρχης αποτιμά σε δις και
τρις τα ιερά και τα όσια ενός τόπου
(και το κάνει, λέει, γιά ιερό σκοπό).
Το πρώτο σοκ διαδέχεται η
τακτοποίηση και η σιωπή. Δεν συνέβη
τίποτα, λοιπόν, αγαπητοί εν Χριστώ
αδελφοί;
Αν επιτρέπεται να συντασσονται
τιμοκατάλογοι των ιερών και οσίων,
τότε ας μου επιτραπεί (ως
οικονομολόγου που ασχολείται κατ'
επάγγελμα και επιστήμη με τις
τιμές) να ισχυρισθώ ότι το χαρτί που
υπέγραψε ο ιεράρχης δεν είναι ένα
τυχαίο χαρτί. Είναι ένα χαρτί που
σύμφωνα με τη θεωρία του
καζινο-καπιταλισμού (S. Strange, G. Soros
κ.α.) μπορεί από μόνο του να παράγει
πίστη (όχι προφανώς θρησκευτική
αλλά τραπεζική πίστη).
(Η τραπεζική πίστη, σήμερα, δεν έχει
αντίκρυσμα στην υλική παραγωγική
διαδικασία. Δεν είναι πλέον μιά
απλή διιεκπεραιωτική διαδικασία
γιά την διευκόλυνση του εμπορίου. Η
τραπεζική πίστη οικοδομείται πάνω
στον -μη προσμετρούμενο και
επιμελώς αποκρυπτόμενο από τις
στατιστικές υπηρεσίες- πληθωρισμό
των τιμών των υλικών και άϋλων
περιουσιακών στοιχείων. Ετσι απλά!).
Κατά την θερωρία του
καζινο-καπιταλισμού το χαρτί του
ιεράρχη, έστω και ως δευτερεγγύηση,
αποτελεί ικανό αντίκρυσμα
φερεγγυότητας στις οποιεσδήποτε
τραπεζικές και χρηματιστηριακές
συναλλαγές επιχειρήσει ο broker
τελικός αποδέκτης και κομιστής του.
Αναγραφή ποσού 1,5 τρις δραχμών
(δηλαδή 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων!)
σε επίσημο τραπεζικό έγγραφο, που
συνοδεύεται από μητροπολιτική και
νομαρχιακή βούλα, συνιστά γιά τον
τελικό αποδέκτη του εγγράφου αυτού
θαυμάσιο έρεισμα θαυμάσιας
πιστοληπτικής ικανότητας.
Και πουθενά στις διεθνείς συνθήκες
που συνάπτονται γιά να
περιμαζευτεί το σύγχρονο
παγκοσμιοποιημένο χρηματιστικό
μπάχαλο (πχ Σύμφωνο της Βασιλείας
1988 και οι περίφημοι κανόνες της
Τράπεζας Διεθνών Διευθετήσεων BIS)
δεν αναφέρεται καμιά προϋπόθεση
υποθήκευσης σε υποθηκοφυλάκεια γιά
να διασφαλισθεί ένα δάνειο. Η
τυπική πράξη κερδοσκοπίας γίνεται
με δανεικό χρήμα και άνευ καμιάς
υποθήκης και κανενός υλικού
αντικρύσματος. Αρκεί ένα χαρτί με
βούλα. (Το παιχνίδι είναι σικέ).
Αλλωστε οι υποθήκες είναι γιά τα
κεφάλια των φτωχών και των άθλιων
Αγιάννηδων.
Η δήλωση του ιεράρχη ότι δεν
γνώριζε τον τελικό αποδέκτη και την
τύχη του ιερού τιμοκαταλόγου που ο
ίδιος φαρδιά-πλατιά υπεγραψε,
αποδεικνύει απόλυτη αφέλεια ή
απόλυτη πρόθεση.
Και το ένα και το άλλο προκαλούν τον
αμυντικό συναγερμό της συνείδησής
μου. Και πιό πολύ συνεγείρεται η η
συνείδησή μου με ενίους
Χριστιανούς εν Κερκύρα συμπολίτες,
που δικαιολόγησαν τα αδικαιολόγητα
ή εσιώπησαν ως μη όφειλαν (αυτοί,
πάντως, σίγουρα εγνώριζαν, αυτοί τα
ξέρουν όλα).
Κώστας Βέργος