|
(ΦΕΚ 1148 τ.Β΄/30-12-1978)
"Περί λήψεως βασικών μέτρων πυροπροστασίας σε εμπορικά καταστήματα και στους αποθηκευτικούς χώρους αυτών". Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΄Αρθρο 1 Καταστήματα - Μεγάλα Εμπορικά Καταστήματα 1 Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται κτίρια ή τμήματα κτιρίων που χρησιμοποιούνται σαν καταστήματα για την έκθεση, πώληση και αποθήκευση εμπορευμάτων, τον καλλωπισμό ατόμων και την επεξεργασία αγαθών (χωρίς να ανήκουν στην κατηγορία βιομηχανίες - αποθήκες). Ειδικότερα περιλαμβάνονται . Μεγάλα Εμπορικά Καταστήματα εις τα οποία έχει εφαρμογήν η παρούσα διάταξις, θεωρούνται όλα τα καταστήματα πωλήσεων, εις τα οποία συγκεντρούται ευρύ κοινόν, ανεξαρτήτως των πωλουμένων αντικειμένων, εφ΄ όσον : α) ΄Εχουν, ασχέτως του πλήθους των ορόφων, συνολικόν μικτόν εμβαδόν δαπέδου μεγαλύτερον των δύο χιλιάδων πεντακοσίων τετραγωνικών μέτρων. β) Διαθέτουν, ανεξαρτήτως του μικτού εμβαδού δαπέδου, αιθούσας, πωλήσεων εις τρεις τουλάχιστον ορόφους, συμπεριλαμβανομένου του ισογείου και υπογείου. Εξώστης (πατάρι) ή μεσόροφος εμβαδού μεγαλυτέρου του ημίσεος υποκειμένου ορόφου, υπολογίζεται ως αυτοτελής όροφος. γ) Ανήκουν εις ένα συγκρότημα ανεξαρτήτων καταστημάτων, τα οποία δεν διαχωρίζονται μεταξύ των διά τοίχων αντοχής εις πυρκαϊάς και ευρίσκονται εις το ίδιον κτίριον ή εις κτίρια εφαπτόμενα τα οποία έχουν συνολικώς τα στοιχεία των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. ΄Αρθρον 2 ΄Εξοδοι κινδύνου - διαφυγής. 1. Διά του όρου ¨Εξοδοι¨ εννοούνται όλοι οι ελεύθεροι δρόμοι διαφυγής οι οποίοι δύνανται να είναι διάδρομοι, περάσματα, κλιμακοστάσια και προθάλαμοι. Αι έξοδοι πρέπει να ευρίσκονται εις τοιαύτας θέσεις ώστε η απόστασις εξ εκάστου σημείου του κτιρίου προς την πλησιεστέραν έξοδον διαφυγής να μη υπερβαίνει τα τριάκοντα μέτρα οριζοντίως. Οι ανελκυστήρες δεν λογίζονται ως έξοδοι. 2. Εξ εκάστου σημείου του κτιρίου πρέπει να υπάρχουν διά το κοινόν τουλάχιστον δύο διαφορετικοί δρόμοι διαφυγής. Εις ουδεμίαν περίπτωσιν επιτρέπεται δρόμος διαφυγής ο οποίος φθάνει εις την έξοδον κινδύνου να διέρχεται διά μέσου αποχωρητηρίου λουτρού ή ετέρου δωματίου, διότι υπάρχει κίνδυνος ν΄ αποκλεισθεί εκ του εσωτερικού του. 3. ΄Ολοι οι δρόμοι διαφυγής πρέπει να καταλήγουν εις δημόσιον ελεύθερον χώρον ή ανοίγματα όπως αυλάς και γενικώς ανοικτά μέρη, των οποίων η επιφάνεια να προσφέρη ασφαλή παραμονή εις το κοινόν. 4. ΄Ολη η επιφάνεια που χρησιμοποιείται, ως δρόμος διαφυγής προς εξόδους κινδύνου πρέπει να προστατεύεται δι΄αυτομάτου συστήματος SPRINKLER και να είναι διαχωρισμένη εκ των άλλων χώρων διά χωρισμάτων αντοχής εις πυρκαϊάς τουλάχιστον δια μίαν ώραν συμφώνως προς τους κανονισμούς, οι οποίοι ισχύουν εις ξένας χώρας μέχρις εκδόσεως των αντιστοίχων ελληνικών προτύπων. Κλιμακοστάσια τα οποία καταλήγουν εις χαμηλότερα επίπεδα από την έξοδον κινδύνου και χρησιμοποιούνται ως δρόμοι διαφυγής, πρέπει να διακόπτωνται διά θυρών ή άλλου ασφαλούς τρόπου εις το σημείον της εξόδου κινδύνου και να έχουν σαφείς ενδείξεις της κατευθύνσεως εξόδου κινδύνου διά το κοινόν από την πλευράν διαφυγής. 5. Εκάστη θύρα και κυρία είσοδος, όταν χρησιμοποιήται και ως έξοδος κινδύνου πρέπει να ανοίγη προς τον ελεύθερον χώρον. 6. Επί της επιφανείας της θύρας ή πλησίον αυτής πρέπει να μην υπάρχουν καθρέπται ή άλλα αντικείμενα τα οποία δύνανται να παραπλανήσουν ως προς την σωστήν πορείαν της εξόδου κινδύνου. Παράθυρα, βιτρίναι ή καθρέπται, τα οποία εκ του μεγέθους των ή του τρόπου κατασκευής των, δύνανται να δώσουν εντύπωσιν θύρας, πρέπει να επισημαίνωνται, κατά τοιούτον τρόπον ώστε να μην συγχέωνται με εξόδους. 7. Εκάστη θύρα εις τους δρόμους διαφυγής πρέπει να είναι κατά τοιούτον τρόπον κατασκευασμένη και τοποθετημένη ώστε να ανοίγη με δύναμιν το πολύ είκοσι χιλιογράμμων κατά την φοράν εξόδου, το δε άνοιγμά της να μην παρεμποδίζει κλίμακας ή να ελαττώνει το πλάτος του δρόμου διαφυγής. ΄Αρθρον 3 Τρόπος υπολογισμού πιθανού αριθμού ατόμων Διά τον προσδιορισμόν των απαιτουμένων εξόδων εις κτίρια της κατηγορίας ¨Μεγάλα Καταστήματα¨ το πλήθος των ατόμων θα υπολογίζεται ως εξής : α) Διά το ισόγειον πάτωμα υπολογίζεται εν άτομον διά κάθε τρία τετραγωνικά μέτρα ολικής μικτής επιφάνειας δαπέδου. Διά καταστήματα άνευ ισογείου αλλά με είσοδον από κλίμακας απλάς ή κυλιομένας, κατ΄ευθείαν από δημόσιον δρόμον, το πάτωμα εις την στάθμην της εισόδου θεωρείται ως ισόγειον. β) Διά τους ορόφους πωλήσεων κάτωθεν του ισογείου το πλήθος των ατόμων υπολογίζεται όπως και εις το ισόγειον. γ) Διά τους ορόφους πωλήσεων άνωθεν του ισογείου το πλήθος των ατόμων θα υπολογίζεται βάσει της αναλογίας του ενός ατόμου διά κάθε εξ τετραγωνικά μέτρα ολικής μικτής επιφάνειας δαπέδου. δ) Δι΄ορόφους ή τμήματα ορόφων, τα οποία χρησιμοποιούνται ως γραφεία, αποθήκαι και γενικώτερον ουχί διά την χρήσιν του κοινού υπολογίζεται εν άτομον διά κάθε δέκα τετραγωνικά μέτρα ολικής μικτής επιφάνειας δαπέδου. ε) Δι΄ορόφους ή τμήματα ορόφων τα οποία χρησιμοποιούνται διά καλλιτεχνικάς εκθέσεις αναψυκτήρια, εστιατόρια κ.λ.π. υπολογίζεται εν άτομον δι΄έκαστον εν και ήμισυ τετραγωνικόν μέτρον ολικής μικτής επιφανείας δαπέδου. ΄Αρθρον 4 Πλάτος εξόδων διαφυγής 1. Ο προσδιορισμός του πλάτους των εξόδων διαφυγής καθορίζεται με βάσιν την μονάδα πλάτους εξόδου η οποία είναι 55 εκατοστά του μέτρου. Είναι δε μονάς πλάτους το απαιτούμενον πλάτος διά την διέλευσιν ενός ατόμου. 2. Τα ανοίγματα των εξόδων διαφυγής εις μονάδας πλάτους θα πρέπει να είναι : α) Δι΄όλας τας θύρας, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων, αι οποίαι οδηγούν εις το εξωτερικόν του κτιρίου εις το ισόγειον ή τρία πατώματα επάνω ή κάτω από το ισόγειον : Μίαν “μονάδα πλάτους εξόδου” διά κάθε εκατόν άτομα. β) Δι΄όλας τας εσωτερικάς, εξωτερικάς ή κυλιoμένας κλίμακας: Μία “μονάδα πλάτους εξόδου” διά κάθε εξήκοντα άτομα. γ) Δι΄όλους τους άλλους τύπους εξόδων “Μία μονάδα πλάτους εξόδου” διά κάθε εβδομήκοντα πέντε άτομα. δ) Ανεξαρτήτως των ανωτέρω υπολογισμών το ελάχιστο πλάτος μιας εξόδου διαφυγής πρέπει να είναι εν μέτρον και δέκα εκατοστά, ήτοι δύο μονάδες. ΄Αρθρον 5 Διαφράγματα κατακορύφων ανοιγμάτων. Διά την αποφυγήν μεταφοράς καπνών, τοξικών ή ασφυκτικών αναθυμιάσεων και την αποφυγήν μεταδόσεως της πυρκαϊάς από ορόφου εις όροφον επιβάλλεται ο αποκλεισμός των κατακορύφων ανοιγμάτων, ήτοι κλιμακοστασίων κυλιομένων κλιμάκων κ.λ.π., διά στεγανών διαφραγμάτων αντοχής εις πυρκαϊά τα οποία να διαθέτουν θύρας διαφυγής. ΄Αρθρον 6 Φωτεινή σήμανσις. 1. Πινακίδες με την λέξιν “ΕΞΟΔΟΣ” και βέλος, το οποίον να προσδιορίζη την κατεύθυνσιν προς την έξοδον, πρέπει να είναι τοποθετημέναι εις εκάστην θέσιν, όπου υπάρχει αλλαγή κατευθύνσεως. 2. Οι πινακίδες εξόδου πρέπει να έχουν έντονο χρώμα το οποίον να είναι εις αντίθεσιν με την διακόσμησιν του περιβάλλοντος. 3. Εκάστη πινακίς πρέπει να είναι κανονικώς φωτισμένη διά λαμπτήρος ισχύος ουχί μικροτέρας των τεσσάρων WATTS και να τροφοδοτήται από το ηλεκτρικόν δίκτυον της πόλεως. Εις εκάστην περίπτωσιν διακοπής της παροχής του γενικού δικτύου πρέπει να συνεχίζηται η τροφοδότησίς της αυτομάτως από ασφαλούς λειτουργίας εφεδρικής πηγής η οποία να καλύπτη την κανονικήν λειτουργίαν της, επί μίαν ώραν τουλάχιστον. 4. Η μεταγωγή της τροφοδοτήσεως του συστήματος φωτισμού εξόδου από το δίκτυον της πόλεως προς την εφεδρικήν πηγήν και αντιστρόφως, πρέπει να γίνεται αυτομάτως, χωρίς ανθρώπινον χειρισμόν εις χρονικόν διάστημα ουχί μεγαλύτερον των δέκα δευτερολέπτων. ΄Αρθρον 7 Φωτισμός δρόμων διαφυγής. 1. Ο φωτισμός των δρόμων διαφυγής πρέπει να είναι συνεχής και να διαρκή όσον και η λειτουργία των καταστημάτων. Ο φωτισμός να είναι τεχνητός και η απόδοσις της φωτεινότητος να είναι τουλάχιστον 0,5 LUX μετρουμένης εις το δάπεδον. 2. Τα φωτιστικά στοιχεία των δρόμων διαφυγής πρέπει να είναι διατεταγμένα κατά τοιούτον τρόπον, ώστε η βλάβη ενός στοιχείου να μην αφίνη σκοτεινήν περιοχήν. 3. Η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας διά τον φωτισμόν των δρόμων διαφυγής πρέπει να είναι από το δίκτυον της πόλεως και εις περίπτωσιν διακοπής τούτου πρέπει να συνεχίζεται η τροφοδότησίς του αυτομάτως από εφεδρικήν πηγήν η οποία να καλύπτη την κανονικήν λειτουργίαν του επί μίαν ώραν τουλάχιστον ως εις τας παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 6 της παρούσης διατάξεως ορίζεται. 4. Κατά τας ώρας κατά τας οποίας δεν λειτουργεί το κατάστημα πρέπει να λειτουργούν ειδικά φωτιστικά στοιχεία ασφαλείας, τα οποία θα τροφοδοτούνται από ανεξάρτητον κύκλωμα και θα διακόπτεται η παροχή ρεύματος εις το κύριον δίκτυον του κτιρίου από πίνακα διανομής. Άρθρον 8 Έγκαιρος ειδοποίησις εκρήξεως πυρκαϊάς. 1. Οσον αφορά εις το σύστημα ανιχνεύσεως πυρκαϊάς εφαρμόζονται τα καθοριζόμενα εις το Παράρτημα Α΄της παρούσης . Εκτός από τα διαλαμβανόμενα εις το παράρτημα Α΄ πρέπει να υπάρχη: α). Ιδιαίτερον σήμα ειδοποιήσεως διά φωτεινών και ηχητικών μέσων δια των οποίων θα ειδοποιήται το προσωπικόν πυροπροστασίας και εκκενώσεως της επιχειρήσεως προς αντιμετώπισιν εμφανιζομένης πυρκαϊάς ή άλλου σοβαρού συμβάντος και β). Μεγαφωνικόν σύστημα διά του οποίου θα καθοδηγήται, αφ΄ενός μεν το κοινόν προς τους δρόμους διαφυγής αφ΄ετέρου δε το προσωπικόν πυροπροστασίας προς το σημείον ένθα εξεδηλώθη η πυρκαϊά ή έλαβεν χώραν ή άλλο σοβαρόν συμβάν. 2. Σύστημα συναγερμού διά την εκκένωσιν, εις περίπτωσιν εκκρήξεως πυρκαϊάς ή ετέρου περιστατικού, πρέπει να υπάρχη και να δίδεται ο συναγερμός δι΄ενός ασφαλούς μέσου διά τρόπου ηπίου, ώστε να μην δημιουργήται σύγχυσις και πανικός εις τους εργαζόμενους και το κοινόν. 3. Συστήματα συναγερμού: α) Ηχητικόν σήμα το οποίον δύναται να διαλαμβάνει : 1. Διακοπτομένην ήχησιν των κωδώνων (γκόγκ) η οποία σημαίνη ειδοποίησιν του προσωπικού πυροπροστασίας δι΄εκδήλωσιν πυρκαϊάς και προετοιμασίαν εκκενώσεως του κτιρίου. 2. Συνεχιζομένην ήχησην των κωδώνων, η οποία σημαίνη έναρξιν εκκενώσεως του κτιρίου υπό του κοινού. β) Φωτεινόν σήμα, το οποίον συμπληρώνεται με αντίστοιχα φωτεινά σήματα. 1. Διά την περίπτωσιν της παραγράφου 3α (1) του παρόντος άρθρου με αφεσβεννόμενο φως εις κύκλους μεγάλης περιόδου π.χ. 5΄ δευτερόλεπτα των φωτεινών στοιχείων και 2. Διά την περίπτωσιν της παραγράφου 3α (2) με σταθερόν φως των φωτεινών στοιχείων. ΄Αρθρον 9 Προληπτικά μέτρα. 1. Εις τα υπαγόμενα εις την παρούσαν διάταξιν εμπορικά καταστήματα και αποθήκας αυτών απαγορεύεται: α) Η τοποθέτησις εις διαδρόμους, εις κλίμακας εις δρόμους διαφυγής και εξόδους κινδύνου χωρισμάτων μονίμων ή πρoσκαίρων εξ οιωνδήποτε υλικών, προθηκών εκθέσεων, πάγκων πωλήσεως οιουδήποτε εμπορεύματος και γενικώτερον κάθε αντικειμένου το οποίον δύναται να μειώση το πλάτος αυτών ή να εμποδίση οπωσδήποτε την ελευθέραν κυκλοφορίαν του κοινού εις περίπτωσιν κινδύνου. β) Η κατασκευή κλιμακοστασίων εξόδων, διαφυγών κ.λ.π., εξ υλικών μη ανθεκτικών εις πυρκαϊάς δηλ. αναφλεξίμων. γ) Η εγκατάστασις προβολέων με μεγάλην θερμικήν ακτινοβολίαν εις προθήκας, οι οποίοι θα ηδύναντο να προκαλέσουν πυρκαϊάν εις εύφλεκτα υλικά άνευ λήψεως προστατευτικών μέτρων. δ) Η διακόσμησις και επένδυσις των δαπέδων, των τοίχων και των οροφών, εις τους χώρους οι οποίοι χρησιμοποιούνται από το κοινόν, δι΄υλικών τα οποία ευκόλως αναφλέγονται. ε) Η ανάρτησις ή τοποθέτησις μπαλονιών τα οποία περιέχουν εύφλεκτα αέρια, εις χώρους ανοικτούς διά το κοινόν. Ως τοιούτοι δε νοούνται χώροι εντός του καταστήματος, όπου διακινείται ή συχνάζει το κοινόν. στ) Η έκθεσις προς πώλησιν εις το κοινόν εμπορευμάτων τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερον κίνδυνον πυρός όπως ειδών εκ κυτταρίνης φιαλών βουτανίου προπανίου των ευφλέκτων διαλυτών, υγρών καυσίμων και δοχείων αεροζόλ των οποίων το περιεχόμενον είναι πολύ εύφλεκτον εις ποσότητα μεγαλυτέραν των είκοσι πέντε χιλιογράμμων δι΄έκαστον είδος. ζ) Το κάπνισμα και η χρήσις οιασδήποτε γυμνής φλογός εις όλους τους χώρους εκτός των ειδικών τοιούτων (καπνιστήρια). 2. Εις μεγάλα καταστήματα και αποθήκας αυτών τα οποία υπάγονται εις την παρούσαν διάταξιν επιβάλλεται: α) Ο διαχωρισμός των χώρων μεγάλου κινδύνου από τους υπολοίπους τοιούτους διά χωρισμάτων τα οποία να αντέχουν εις πυρκαϊά διά δύο τουλάχιστον ώρας αι δε θύραι αυτών -ομοίας αντοχής εις πυρκαϊά- να κλείνουν αυτομάτως. Ως χώρος μεγάλου κινδύνου νοείται κάθε εστεγασμένος χώρος εις το οποίον να υπάρχει η πιθανότης εμφανίσεως και ταχείας εξαπλώσεως πυρκαϊάς με κίνδυνον παγιδεύσεως ατόμων εξ αυτής λόγω της φύσεως υλικών ή εμπορευμάτων τα οποία υπάρχουν και καίγονται ζωηρώς μετά φλογών ή παράγουν τοξικά αέρια εις επικίνδυνον συγκέντρωσιν. β) Ο διαχωρισμός ολοκλήρου της επιφανείας της επιχειρήσεως εις χώρους ανεξαρτήτους έναντι πυρκαϊάς (διαμερίσματα πυρκαϊάς). Η μέγιστη επιφάνεια των διαμερισμάτων πυρκαϊάς ορίζεται εις εξακόσια τετραγωνικά μέτρα εκτός εάν υπάρχη εγκατάστασις αυτομάτου κατασβέσεως Sprinkler, οπότε η επιτρεπόμενη επιφάνεια τριπλασιάζεται. Τα διαμερίσματα αυτά πρέπει να διαχωρίζονται διά τοιχωμάτων ελαχίστης αντοχής εις πυρκαϊάν μία και ημίσεια ώρα εκτός εάν πρόκειται περί διαμερισμάτων μεγάλου κινδύνου -οπότε ισχύουν τα εν τη παραγράφω 2α αναφερόμενα- και να επικοινωνούν διά θυρών ή θυρίδων ή ειδικών παραπετασμάτων εις τας κυλιομένας κλίμακας, τα οποία θα κλείνουν αυτομάτως εις περίπτωσιν πυρκαϊάς και να είναι της αυτής ως άνω αντοχής. γ) ΄Εκαστον διαμέρισμα πρέπει να έχη ει δυνατόν, ανεξάρτητον επικοινωνίαν προς τους δρόμους διαφυγής. Τα τοιχώματα των διαμερισμάτων πρέπει να φθάνουν μέχρι της κάτω επιφανείας του υπερκειμένου πατώματος. Διαμερίσματα υπερκείμενα, τα οποία επικεινωνούν διά ανοιγμάτων και στερούνται αυτομάτων θυρών ή διαφραγμάτων κατά την παράγραφον 2β του παρόντος άρθρου θεωρούνται ως ενιαίον διαμέρισμα. δ) Διά την περίπτωσιν της παραγράφου 1β του άρθρου 1 της παρούσης διατάξεως έκαστος όροφος θεωρείται ως διαμέρισμα πυρκαίάς. ε) Κλιμακοστάσιον, το οποίον εξυπηρετεί ορόφους καταστημάτων ή αποθηκών, αποτελεί ιδιαίτερον διαμέρισμα πυρκαίάς. στ) Πολυόροφα κτίρια πρέπει να φέρουν επί της προσόψεως αυτών ανοίγματα δι΄ων θα δύνανται να εισέλθουν εντός των κτιρίων οι άνδρες και τα μη ογκώδη εφόδια της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Τα ανοίγματα αυτά δεν πρέπει να αποκλείονται εσωτερικώς διά της τοποθετήσεως ερμαρίων, εμπορευμάτων ή διαφόρων άλλων αντικειμένων, ως και να καλύπτωνται εξωτερικώς διά διαφόρων διαφημιστικών υλικών ή άλλων αντικειμένων. Ο αριθμός των ανοιγμάτων πρέπει να είναι τουλάχιστον ένα διά κάθε 600 μ2 εσωτερικής επιφανείας. ΄Αρθρον 10 Κατασταλτικά μέτρα. ΄Οπως τροποποιήθηκε με την 1α/1981 Πυρ/κή Δ/ξη ΦΕΚ.
538/Β της 11-9-1981.
α) Το υδραυλικόν πυροσβεστικόν δίκτυον, όπως ορίζεται εις το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β΄ της 3/81 Πυρ/κής Δ/ξης. β) Το αυτόματον σύστημα καταιονισμού ύδατος “Sprinkler” όπως τούτο περιγράφεται εις το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ΄ της 3/81 Πυρ/κής Δ/ξης. γ) Τα φορητά μέσα (πυροσβεστήρες) αναλόγως των προς προστασία χώρων. Ταύτα δέον να είναι κατάλληλα διά εκάστην περίπτωσιν, καθαρού βάρους άνω των εξ (6) χιλιογράμμων εις αριθμόν εν (1) διά κάθε εκατόν δέκα πέντε (115) τετραγωνικά μέτρα μικτής επιφάνειας και ουχί ολιγότεροι των δύο και να καλύπτουν τας απαιτήσεις τας οποίας καθορίζουν τα ελληνικά πρότυπα NHS ή τα πρότυπα ΕΛΟΤ διά των οποίων θα ακτικατασταθούν ή θα συμπληρωθούν τα NHS. δ) Τα βοηθητικά εργαλεία και μέσα διά των οποίων θα εφοδιάζωνται τα ανωτέρω καταστήματα και αποθήκαι αυτών και τρόπος διαφυλάξεώς των όπως αναφέρονται εις το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ΄ της 3/81 Πυρ/κής Δ/ξης. ΄Αρθρον 11 Μελέτη - Εκτέλεσις - ΄Εγκρισις. [΄Οπως τροποποιήθηκε με την 1α/1981 Πυρ/κή Δ/ξη. ΦΕΚ. 538/Β΄ της 11-9-1981, & την 1β/1983 Πυρ/κή Δ/ξη ΦΕΚ. 450/Β΄ της 4-3-1983.] 1. Η εγκατάστασις των υποδεικνυομένων διά της παρούσης διατάξεως συστημάτων πυροπροστασίας και αι έτεραι σχετικαί εγκαταστάσεις ασφαλείας εκτελούνται επί τη βάσει προηγουμένης μελέτης συντασσομένης υπό : α. Μηχανολόγων ή Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων ή Πολιτικών Μηχανικών ή Χημικών Μηχανικών ή Ναυπηγών Μηχανικών ή Πυρομηχανικών Πτυχιούχων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου ή ετέρας ισοτίμου Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής, υπό τους περιορισμούς των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων. β. Μηχανολόγων και Ηλεκτρολόγων Υπομηχανικών πτυχιούχων Ανωτέρων Τεχνικών Σχολών ΚΑΤΕΕ ή ετέρας ισοτίμου Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής, υπό τους περιορισμούς των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων. Η μελέτη αυτή υποβάλλεται προς θεώρησιν εις την αρμόδιαν κατά τόπον Πυροσβεστικήν Αρχήν. Μετά το πέρας των εργασιών εγκαταστάσεως, οι εγκαταστάται υποβάλλουν εις την Πυροσβεστικήν Αρχήν υπεύθυνον δήλωσιν καλής λειτουργίας των εγκαταστάσεων, τας οποίας επραγματοποίησαν βάσει της εγκριθείσης μελέτης των. 2. Αι ανωτέρω αναφερόμενοι μελέται συντάσσονται βάσει των Ελληνικών προτύπων ή Εγκυκλίων του Πυροσβεστικού Σώματος και ελλέιψει τοιούτων βάσει ξένων ομοίων. 3. Εις κτίρια εις τα οποία ήδη λειτουργούν οιαιδήποτε επιχειρήσεις και είναι αποδεδειγμένως αδύνατος η πλήρης συμμόρφωσις προς ωρισμένους όρους της παρούσης διατάξεως, η Πυροσβεστική Αρχή δύναται να εγκρίνη αποκλίσεις, εκ της εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, υπό την προϋπόθεσιν ότι δεν παραβλάπτεται ο βασικός σκοπός της Πυροπροστασίας του κοινού, δι΄αναλόγου αυξήσεως των προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων και μέσων πυροπροστασίας και της τοποθετήσεως συστημάτων ανιχνεύσεως πυρκαϊάς και αυτομάτου κατασβέσεως, όταν η χρησιμοποιούμενη επιφάνεια είναι άνω των 1.000 μ.2 ή τα απασχολούμενα άτομα περισσότερα των πενήντα (50). 4. Προς τον σκοπόν διατηρήσεως του βαθμού πυροπροστασίας εις περιπτώσεις αποκλίσεων η Πυροσβεστική Αρχή δύναται, κατά την κρίση της, να επιβάλη πλείονα των προβλεπομένων διά της παρούσης μέτρων, δι΄αποφάσεως τριμελούς επιτροπής αποτελουμένης εξ υπαλλήλων του Πυροσβεστικού Σώματος, εις την οποίαν συμμετέχει εις (1) τουλάχιστον Αξιωματικός. Η απόφαση της επιτροπής κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο επιχειρηματία με αποδεικτικό επίδοσης. 5. Την απόφασιν της Πυροσβεστικής Αρχής δύναται να προσβάλη ο ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας, δι΄ενστάσεώς του, υποβαλλομένης εντός μηνός εις την κατά τόπο αρμόδιαν Πυροσβεστικήν Αρχήν, εις την οποίαν έχει την έδραν της η επιχείρησής του. Η εν λόγω ένστασις εξετάζεται υπό Δευτεροβαθμίου επιτροπής, συγκροτουμένης δι΄αποφάσεως του οικείου Νομάρχου, τη προτάσει της κατά τόπον αρμοδίας Πυροσβεστικής Αρχής και αποτελουμένης εκ του Διοικητού της εν λόγω Πυροσβεστικής Αρχής, ως Προέδρου και δύο (2) διπλωματούχων Μηχανικών εχόντων την ιδιότητα του Δημοσίου Υπαλλήλου. Εν αδυναμία συγκροτήσεως Δευτεροβαθμίου επιτροπής εις τινα πόλιν ο κατά τόπον αρμόδιος Διοικητής διαβιβάζει την υποβληθείσαν ένστασιν μετά του σχετικού φακέλλου εις την έχουσαν την δυνατότητα ταύτην πλησιεστέραν Υπηρεσίαν του Πυροσβεστικού Σώματος. Εις την περίπτωσιν ταύτην η Δευτεροβάθμιος επιτροπή συγκροτείται δι΄αποφάσεως του Νομάρχου, εις την περιφέρειαν του οποίου υπάγεται ή εις ην διεβιβάσθη η ένστασις, Υπηρεσία του Πυροσβεστικού Σώματος, τη προτάσει του Διοικητού της Υπηρεσίας αυτής και απαρτίζεται από τον Διοικητήν της αρμοδίας κατά τόπον Πυροσβεστικής Αρχής, ως Πρόεδρον και δύο (2) Μηχανικούς των κατηγοριών της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, εκ των υπηρετούντων εις την Υπηρεσίαν εδρεύουσαν εις την περιοχήν δικαιοδοσίας του Νομάρχου τούτου. Εις τας επιτροπάς των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου δικαιούται να παρίσταται ο ενδιαφερόμενος ή ο μελετητής άνευ δικαιώματος ψήφου. 6. Ο Πρόεδρος της επιτροπής δικαιούται οδοιπορικών εξόδων και ημερησίας εκτός έδρας αποζημιώσεως κατά τας διατάξεις του Ν. 617/1977, λόγω δυνεδριάσεως της επιτροπής εκτός του Νομού της έδρας της Υπηρεσίας του. ΄Αρθρον 12 Οργάνωσις και εκπαίδευσις Προσωπικού. ΄Οπως τροποποιήθηκε με την 1α/1981 Πυρ/κή Δ/ξη ΦΕΚ. 538/Β της 11-9-1981. Τα καταστήματα και αποθήκαι τα οποία διαλαμβάνονται εις την παρούσαν διάταξιν, υποχρεούνται να οργανώνουν και εκπαιδεύουν συνεχώς το προσωπικόν των εις θέματα πυροπροστασίας, κατασβέσεως πυρκαϊών, εκκενώσεως αυτών κ.λ.π. συμφώνως προς καθοριζόμενα εις το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε΄της 3/81 Πυρ/κής Δ/ξης. ΄Αρθρον 13 Ελεγχος τηρήσεως των μέτρων πυροπροστασίας 1. Ο έλεγχος των εν γένει μέτρων πυροπροστασίας ανήκει εις τα πυροσβεστικά όργανα, τα οποία υποχρεούνται να διευκολύνουν οι διευθυνταί των επιχειρήσεων ανά πάσαν στιγμήν. 2. Την ευθύνην της συντηρήσεως και καλής λειτουργίας όλων των συστημάτων και μέσων πυροπροστασίας έχει ο ιδιοκτήτης ή ενοικιαστής της επιχειρήσεως. ΄Αρθρον 14 Ισχύς εφαρμογής των προτεινομένων προληπτικών μέτρων και κατασταλτικών μέσων πυροπροστασίας. 1. Από της ενάρξεως της ισχύος, της παρούσης διατάξεως καθίσταται υποχρεωτική η εφαρμογή των αναφερομένων εις αυτήν μέτρων πυροπροστασίας εις όλα τα μεγάλα εμπορικά καταστήματα και αποθήκας αυτών, τα οποία ανήκουν εις την κατηγορίαν η οποία περιγράφεται εις την παρούσαν διάταξιν. 2. Ο έλεγχος διαπιστώσεως της εφαρμογής της παρούσης διατάξεως εις τας ήδη λειτουγούσας επιχειρήσεις άρχεται διά μεν τας απαιτουμένας διευθετήσεις και εγκαταστάσεις μονίμων μέτρων εν (1) έτος, διά δε τα φορητά τοιαύτα τρεις (3) μήνας μετά την δημοσίευσιν της παρούσης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3. Τα αναφερόμενα παραρτήματα εις την παρούσαν διάταξιν αποτελούν αναπόσπαστον μέρος αυτής. ΄Αρθρον 15 Κυρώσεις Οι παραβάται της παρούσης, της οποίας η ισχύς άρχεται από της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δημοσιεύσεώς της, η δε εκτέλεσις ταύτης ανατίθεται εις τους Πυροσβεστικούς υπαλλήλους, διώκονται και τιμωρούνται συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 433 του Ποινικού Κώδικος. Η παρούσα δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως
Εν Αθήναις τη 6 Δεκεμβρίου 1978 Ο Αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΗΜΟΣΘ. ΠΟΤΟΥΡΙΔΗΣ
΄Εγκρίνεται η υπ΄ αριθ. 1 Πυροσβεστική Διάταξις Εν Αθήναις τη 7 Δεκεμβρίου 1978 Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΜΠΑΛΚΟΣ |