1954 | Με υποτροφία του ΙΚΥ πηγαίνει στο Παρίσι, όπου εγγράφεται στο Conservatoire και παρακολουθεί μαθήματα μουσικής ανάλυσης με τον Olivier Messiaen και διεύθυνσης ορχήστρας με τον Eugene Bigot. Στο Παρίσι συναντά και πάλι τον Ιάνη Ξενάκη με τον οποίο γνωρίζεται από την Ελλάδα από την εποχή του Εμφυλίου και συνδέεται με βαθειά φιλία. |
1955 | Πρώτη εκτέλεση της Πρώτης Συμφωνίας του από την ΚΟΑ με τον Ανδρέα Παρίδη. |
1957 | Παίρνει μέρος στο Φεστιβάλ νέων συνθετών της Μόσχας με την Σουίτα αρ. 1. Η κριτική επιτροπή στην οποία συμμετέχει ο Χανς Άϊσλερ και έχει Πρόεδρο τον Δ. Σοστακόβιτς του δίνει το πρώτο βραβείο. Τελειώνει την ανάλυσή του πάνω στο μπαλλέτο του Στραβίνσκυ "Αγών", όπου ασχολείται ιδιαίτερα με τη θεωρία των τετραχόρδων που αργότερα την εφήρμοσε και σε δικές του συνθέσεις (π.χ. "Σουίτα αρ. 2"). |
1958 | Γράφει τα έργα "Le feu aux poudres" και "Les amants de Teruel" για το μπαλλέτο της Λουντμίλα Τσερίνα, με τα οποία αρχίζει να γίνεται ευρύτερα γνωστός ως συνθέτης στην Ευρώπη (ο μουσικοκριτικός της εφημερίδας "Le Monde τον αναφέρει ως "νέο Στραβίνσκυ"). Τελειώνει τη σύνθεσή του "Piano Concerto" και μελοποιεί τον "Επιτάφιο" του Γιάννη Ρίτσου. Μεγάλη επιτυχία γνωρίζει η μουσική του για το φιλμ "Honeymoon" σε σκηνοθεσία του Michael Powell. Το ομώνυμο τραγούδι τραγουδιέται αργότερα και από τη Γιοβάννα σε ενορχήστρωση Μάνου Χατζιδάκι, τον Marino Marini και τους Beatles. |
1959 | Με το μπαλλέτο του "Αντιγόνη", παραγγελία του Κόβεν Γκάρντεν σε σκηνοθεσία Τζων Κράνκο, που σημειώνει τεράστια επιτυχία συμπληρώνοντας 200 παραστάσεις και τους πρωταγωνιστικούς ρόλους αποδίδουν η Μαργκότ Φοντέϋν και ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς ως συμφωνικός συνθέτης. Παίρνει με εισήγηση του Darius Milhaud το Copley Music Prize (USA) ως καλύτερος ευρωπαίος συνθέτης της χρονιάς. Δημοσιεύονται επαινετικά σχόλια του Benjamin Britten στον ελληνικό και βρεττανικό τύπο. Γράφει για πρώτη φορά μουσική για αρχαία τραγωδία ("Φοίνισσες"), ένα είδος με το οποίο ασχολήθηκε σε όλη τη μουσική του πορεία, με αποτέλεσμα να έχει γράψει μουσική σχεδόν για όλες τις αρχαίες τραγωδίες. Γράφει το άρθρο του "Ελληνική Μουσική Έτος (περίπου) Μηδέν". |
1960 | Συντάσσει και υπογράφει μαζί με τους Κουνάδη, Ξενάκη, Παπαϊωάννου, Χωραφά και Ανωγειανάκη το "Σχέδιο προγράμματος για την αναδιοργάνωση της ελληνικής μουσικής". Επιστρέφει στην Ελλάδα. Με τις δύο εκτελέσεις του έργου του "Επιτάφιος", τη μία με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και ενορχήστρωση δική του και την άλλη με τη Νάνα Μούσχουρη και ενορχήστρωση του Χατζιδάκι, ξεσπά ένας μικρός "εμφύλιος πόλεμος" για τις αισθητικές και κοινωνικές απόψεις που αντιπροσωπεύουν οι δύο αυτές εκδοχές. Συγχρόνως το έργο αυτό σηματοδοτεί τη δική του "στροφή" προς τις ρίζες, την ελληνική λαϊκή μουσική, με την εγκατάλειψη για ένα μεγάλο διάστημα της συμφωνικής μουσικής. Αρχίζει τη σύνθεση του "Άξιον Εστί" και εγκαινιάζει τη λεγόμενη "έντεχνη λαϊκή μουσική" με τη μελοποίηση μεγάλων ποιητών (Ρίτσος, Σεφέρης, Ελύτης, Βάρναλης, Γκάτσος, Λειβαδίτης, Χριστοδούλου). Δημιουργείται ένα "φυτώριο" νέων συνθετών, ποιητών που ακολουθούν τη "σχολή" αυτή, με αποτέλεσμα μια πολιτιστική άνθιση στην Ελλάδα. |