ΕΝΙΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΧΡΟΝΟ
ΒΑΣΙΚΟ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ
Πρόταση του Τμήματος Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ
Για γνώμες, παρατηρήσεις, σχόλια και προτάσεις στείλτε e-mail στη διεύθυνση: box@paideia.kke.gr
Εισαγωγή
Τοποθέτηση του προβλήματοςΑ.1.
Ιστορική αναδρομή στο πρόβλημα της ελληνικής εκπαίδευσης-Η σταδιακή διαμόρφωση της εκπαίδευσης
-Η διάρθρωσή της
-Η αντεκπαιδευτική πολιτική κι η αντιδραστική αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης
Α.2.
Η ουσία του προβλήματος: ο ταξικός χαρακτήρας του σχολείουΒ/
Γενικές αρχές και χαρακτηριστικά ενός νέου σχολείουΑναπροσανατολισμός, αναδιάρθρωση, ανανέωση κι επέκταση του προγράμματος
Γ.1.
Η γενική επιστημονική θεώρηση της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας- η γνώση των εργαλείων και των νόμων της νόησης
-η γνώση της φύσης
-η γνώση της κοινωνίας
Γ.2.
Η Αισθητική αγωγήΓ.3.
Η Φυσική αγωγήΗ συλλογική οργάνωση της σχολικής ζωής και οι κοινωνικές της προϋποθέσεις
Δ.1.
H καθοριστική επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντοςΔ.2.
Η Σχολική Κοινότητα: η εσωτερική λειτουργία του σχολείου Η προοπτική των αποφοίτωνΕ.1.
Η προετοιμασία για την επαγγελματική δραστηριότηταΕ.2.
Η εξέλιξη των σπουδών των αποφοίτωνΕισαγωγή
Το Τμήμα Παιδείας παρουσιάζει στο κείμενο αυτό την πρόταση του ΚΚΕ για το σχολείο των λαϊκών αναγκών και των κοινωνικών απαιτήσεων της εποχής μας. Το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό Σχολείο αποτελεί πολιτική πρόταση, συλλογικό καρπό της παιδαγωγικής έρευνας αλλά και της πρακτικής πείρας του εργατικού κινήματος στον αγώνα για μια παιδεία στην υπηρεσία το λαού μας. Επιδίωξή μας είναι να αποτελέσει βάση για την πιο πλατειά συζήτηση μέσα στο λαό, με τη συμμετοχή των νέων ανθρώπων, των εκπαιδευτικών, των γονιών, της εργατικής τάξης στο σύνολό της. Να δοκιμαστεί στην πράξη, στην προσπάθεια να προβληματίσει και να προσανατολίσει στην πραγματική και ριζική αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών προβλημάτων, στην προσπάθεια να ενισχύσει τον προσανατολισμό και την αποτελεσματικότητα των αγώνων. Να συμβάλει στην οργάνωση της λαϊκής αντεπίθεσης στο μέτωπο της παιδείας, για να μην περιοριστούμε σε μάχες οπισθοφυλακής μπροστά στην αντιεκπαιδευτική πολιτική. Να προετοιμάσει το εργατικό κίνημα, για να αντιπαρατεθεί ολοκληρωμένα στους στρατηγικούς σχεδιασμούς του κεφαλαίου που υλοποιούνται στην εκπαίδευση και την κοινωνία. Δεν συνιστά, επομένως, μια επεξεργασία των πάμπολλων τεχνοκρατικών θεμάτων, αλλά θέση που θεωρούμε ότι επικεντρώνει στα κύρια και ουσιαστικά ζητήματα του εκπαιδευτικού προβλήματος, για να προβάλει λύση και να προσανατολίσει άμεσα στους κοινωνικούς και πολιτικούς όρους της εφαρμογής της. Άλλωστε αυτό που έλειψε και λείπει δεν ήταν οι τεχνοκρατικές προτάσεις αλλά η πολιτική βούληση, μια εκπαιδευτική πολιτική που θα επιβάλλεται δυναμικά από το λαό και θα αντιπαρατίθεται σε όσους επιβουλεύονται τη μόρφωση της νεολαίας και αποβλέπουν στη χειραγώγηση των συνειδήσεων.
Αυτά τα ζητήματα απασχολούσαν εδώ και καιρό τη σκέψη και τη δράση μας, πριν προκύψει μια ακόμη “εκπαιδευτική κοσμογονία”. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, σε ένα ρεσιτάλ απάτης και αποπροσανατολισμού, εξάγγειλε μια παιδεία “ανοιχτών οριζόντων” , με την αλλαγή του συστήματος πρόσβασης στα ΑΕΙ και της δομής του λυκείου. Βέβαια, αν ενδιαφερόταν για τη μαζική εκπαίδευση του λαού μας θα ξεκινούσε από το Α, από τη Βασική-Γενική εκπαίδευση, εξασφαλίζοντας τη διεύρυνσή της. Θ’ αντιμετώπιζε το λύκειο σαν μια φάση της ενιαίας εκπαιδευτικής διαδικασίας και δε θα επικεντρωνόταν στις εξετάσεις, αλλά στη διδασκαλία και τη διαπαιδαγώγηση, το περιεχόμενο και το σκοπό του σχολείου. Γιατί λοιπόν η σημερινή κυβέρνηση, αλλά και τα άλλα κόμματα, στριφογυρίζουν γύρω από την κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων και κόπτονται για την “ελεύθερη πρόσβαση” στα ΑΕΙ; Η πολυδιαφημιζόμενη ανοιχτή πρόσβαση καταργεί την επιλογή ή μήπως οδηγεί στον αυστηρότερο έλεγχο της ροής στο πανεπιστήμιο, ξεκινώντας από την προηγούμενη βαθμίδα ; Μπορούν να αντιμετωπίσουν τα τεράστια προβλήματα που γεννά ένα κοινωνικό σύστημα βασισμένο στην “οικονομία της αγοράς”- την ανεργία, την ταξική ανισότητα, τον ανταγωνισμό – ή αντίθετα θέλουν να τα συγκαλύψουν, για να προστατέψουν τον καπιταλισμό από τους αναμενόμενους “κοινωνικούς κραδασμούς”;
Με το νόμο 2525/97 η κυβέρνηση υποσχέθηκε σε όλους τους απόφοιτους του “Ενιαίου Λυκείου” πανεπιστημιακή μόρφωση. Την υπόσχεση αυτή υλοποιεί με το σταδιακό περιορισμό των αποφοίτων, όπως διαφαίνεται ήδη από την πρώτη προσπάθεια εφαρμογής του. (Πώς θα συνεχιστεί στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση η διαλογή και προετοιμασία της ελίτ θα το δούμε έπειτα μέσα από την πολυδιαφοροποίηση των ιδρυμάτων και των κάθε είδους προγραμμάτων, τη διάσπαση σε δύο κύκλους των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών, την επιβολή διδάκτρων, την αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα). Σήμερα η ηγεσία του υπουργείου παιδείας ομολογεί ανοιχτά το στόχο της, τον περιορισμό των απολυτηριούχων στο 30 % των μαθητών, που είναι ο μέσος όρος αποφοίτων λυκείου στην ιμπεριαλιστική ΕΕ. Συνειδητή επιδίωξη ήταν, λοιπόν, και μέσα από την ολοκληρωτική προσάρτηση του λυκείου στο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ, να προχωρήσει η ταξική διαφοροποίηση της εκπαίδευσης. Ο χωρισμός του λυκείου σε κατευθύνσεις –που συνεχίζει την κακή παράδοση των “δεσμών”, ξεκινώντας από τη Β΄ τάξη- με μαθήματα και ύλη που παραπέμπουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η αναγωγή της “αξιολόγησης” στο Α και το Ω της εκπαίδευσης, η κατάργηση των μετεξεταστέων και η δήθεν αντικειμενικοποίηση των προαγωγικών εξετάσεων της Β΄ τάξης και των απολυτηρίων της Γ΄τάξης λυκείου – που μεταφέρει τις πανελλήνιες γενικές εξετάσεις μέσα στο λύκειο- είναι τα χαρακτηριστικά ενός σκληρού επιλεκτικού σχολείου, που έχει άμεσο επακόλουθο την αύξηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης και παραπαιδείας. ΄Ενα σχολείο ελιτίστικο, εξαιτίας του σκοπού, του προγράμματος και της μεθοδολογίας του, προσανατολισμένο μόνο σ’ όσους θα καταφέρουν να εισαχθούν στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Οι υπόλοιποι διοχετεύονται σταδιακά έξω από την εκπαίδευση στο σύστημα της επαγγελματικής κατάρτισης. Ο νόμος 2640/98 ήρθε να συμπληρώσει το αντιδραστικό οικοδόμημα με τα ΤΕΕ- κατώτερα ιδρύματα χωρίς ουσιαστικά προγράμματα και καμιά εκπαιδευτική προοπτική- για να ενταθεί η διαφοροποίηση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και να διογκωθεί σ’ αυτό το στάδιο η διαρροή από το λύκειο. Αλλά και τα υπόλοιπα μέτρα ιδιωτικοποίησης της δημόσιας παιδείας (μετατροπή του ΟΣΚ σε ανώνυμη εταιρεία και ανάθεση της ευθύνης της σχολικής στέγης στους δήμους, μετάθεση της ευθύνης των σχολικών βιβλίων από τον ΟΕΔΒ στις Σχολικές Επιτροπές και η υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης), που μεθοδεύονται στο όνομα της “αποκέντρωσης” κι “αξιολόγησης των σχολικών μονάδων”, αποκαλύπτουν την προσπάθεια από το γυμνάσιο και το δημοτικό ακόμη να αυξηθούν οι ταξικοί φραγμοί, να περιοριστεί το μορφωτικό επίπεδο, να προσανατολιστεί η πλειοψηφία της νεολαίας στην πρόωρη επαγγελματική κατάρτιση.
Μακριά από το ΚΚΕ η όποια εξετασιοκεντρική αντιμετώπιση του θέματος, είτε με τη μορφή της εμβαλωματικής προτασούλας που αφήνει άθικτο το αντιδραστικό πλαίσιο, είτε με την αόριστη άρνηση των εξετάσεων ανεξάρτητα από το εκπαιδευτικό σύστημα. Όποιοι απομονώνουν το εξεταστικό από το συγκεκριμένο σκοπό και το χαρακτήρα του σχολείου συγκαλύπτουν την αιτία του προβλήματος. Το καθοριστικό ζήτημα είναι ποιο σχολείο υπηρετούν οι εξετάσεις, ποιος είναι ο σκοπός της εκπαιδευτικής πολιτικής. Οι εξετάσεις από μόνες τους δεν συνιστούν εκπαίδευση. Το είδος του σχολείου καθορίζει και το χαρακτήρα των εξετάσεων. Σε ένα σχολείο Γενικής εκπαίδευσης, που θα απέβλεπε στην ολόπλευρη διαπαιδαγώγηση της προσωπικότητας, οι εξετάσεις θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, σαν στοιχείο ανατροφοδότησης της διδασκαλίας και σαν κίνητρο της μορφωτικής προσπάθειας, και θα είχαν τη μορφή της επιβράβευσης κι όχι της απόρριψης του μαθητή. Η αξία τους για την εκτίμηση του μαθητή αλλά και του εκπαιδευτικού έργου είναι πάντως σχετική, γιατί η προσωπικότητα δεν αποτελεί μέγεθος μετρήσιμο και ο εκπαιδευτικός δε θα ερχόταν να διαπιστώσει τη μηχανική ανταπόκριση σε επιμέρους γνώσεις και να διαγνώσει δεξιότητες αλλά να εκτιμήσει και να ενισχύσει τη συνολική προσπάθεια του μαθητή. Κι η ατομική απόδοση σε κάποιες εξετάσεις δεν αρκεί για να κρίνει την προσπάθεια, που είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη ανάλογα με τη διαφορετική αφετηρία του κάθε μαθητή, η οποία καθορίζεται από το οικονομικό και πολιτιστικό περιβάλλον και βέβαια την ταξική προέλευση. Έτσι, η αξιολόγηση στο σχολείο πρέπει να υπολογίζει την όλη προσπάθεια του συγκεκριμένου μαθητή και να την ενθαρρύνει, γιατί οφείλει να στοχεύει στην ώθηση του καθένα να ξεπεράσει τα εμπόδια μέσα από την ολοκλήρωση της μόρφωσής του. Άλλα έρχεται να υπηρετήσει η αξιολόγηση των υποψηφίων για τα πανεπιστήμια και να κρίνει, όχι το γενικό μορφωτικό επίπεδο που όλοι μπορούν και πρέπει να κατακτούν τελειώνοντας το σχολείο, αλλά τις ειδικές ικανότητες, που απαιτούνται π.χ. για έναν υποψήφιο γιατρό ή μηχανικό. Εδώ η αξιολόγηση αφορά στη μελλοντική επαγγελματική ειδίκευση, γι’ αυτό κι αποβλέπει στο διαχωρισμό και την επιλογή, που καθορίζεται κάθε φορά από τα κοινωνικά δεδομένα του καταμερισμού εργασίας και του επιπέδου των παραγωγικών δυνάμεων. Άρα, όταν το λύκειο εμπλέκεται στη διαδικασία πρόσβασης στα ΑΕΙ, τότε εξαφανίζονται και τα τελευταία ίχνη της γενικής παιδείας, γιατί μεταφέρεται η κοινωνική επιλογή μέσα σ’ αυτό.
Δεν μπορούμε να είμαστε αντίθετοι στην επαγγελματική ειδίκευση, είτε αφορά επαγγέλματα που απαιτούν υψηλή επιστημονική επάρκεια και έρευνα είτε άλλα επαγγέλματα που δεν έχουν απαιτήσεις πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Είμαστε όμως κατηγορηματικά αντίθετοι στην πρόωρη ειδίκευση και καταναγκαστική επιλογή επαγγέλματος, που γίνεται πριν την ηλικία εκείνη, όπου ο άνθρωπος θα μπορεί να παρουσιαστεί σαν ανεξάρτητο μέλος της κοινωνίας. Όταν ο νέος άνθρωπος μπαίνει σε διαδικασία επιλογής επαγγελματικής κατεύθυνσης, πριν αναπτύξει πολύπλευρα την προσωπικότητά του, πριν ολοκληρωθεί η εκπαιδευτική διάσταση της κοινωνικής του διαπαιδαγώγησης, τότε η επιλογή αυτή προκαθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ταξική θέση της οικογένειάς του, αναπαράγει προς το χειρότερο τις υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες και διακρίσεις, αποτελεί τροχοπέδη τόσο στην πλήρη κι αρμονική ανάπτυξη των ικανοτήτων του όσο και στην κοινωνική πρόοδο. Είναι τελικά ταξική επιλογή. Η διαδικασία αναπαραγωγής του ειδικευμένου εργατικού κι επιστημονικού δυναμικού δεν πρέπει να εμπλέκεται στη Γενική Εκπαίδευση- η τελευταία οφείλει να εκτείνεται καθόλη τη διάρκεια της διαπαιδαγώγησης, μέχρι ο νέος να γίνει 18 χρονών. Γι’ αυτό, το ΚΚΕ προτείνει την αποσύνδεση του λυκείου από τη διαδικασία πρόσβασης και γενικότερα αντιτίθεται στη διαφοροποίηση της εκπαίδευσης πριν την ενηλικίωση του νέου ανθρώπου. Η επιλογή επαγγέλματος κι η ειδίκευση, είτε είναι πανεπιστημιακού επιπέδου είτε όχι, πρέπει να οικοδομείται πάνω στα θεμέλια της ολοκληρωμένης Βασικής-Γενικής εκπαίδευσης.
Γι’ αυτό είμαστε αντίθετοι στο σύστημα της επιφανειακής επαγγελματικής κατάρτισης, που οι κεφαλαιοκράτες της Ευρώπης πλασάρουν σαν φάρμακο για τη θεραπεία της καθεμιάς κοινωνικής νόσου, από την αμορφωσιά μέχρι την ανεργία. Αποτελεί συνδυασμό αθεμελίωτων γνώσεων και εμπειρικών δεξιοτήτων, που παρέχονται κυρίως έξω από την εκπαίδευση (ΙΕΚ,ΚΕΚ, μαθητεία σε επιχειρήσεις). Ένα φτηνό υποκατάστατο της εκπαίδευσης, εκγύμναση εκείνων των διανοητικών ή σωματικών ικανοτήτων που χρειάζεται κάθε φορά η “αγορά”, για να έχει στη διάθεσή της επιδέξιο εργατικό δυναμικό, προπαντός πειθήνιο κι ακίνδυνο για τους κυρίαρχους του συστήματος. Η προώθηση της “Επαγγελματικής Κατάρτισης” αποτελεί την κεντρική κατεύθυνση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων που οι καπιταλιστές επιβάλλουν στην εκπαίδευση, παραφράζοντας τις ανάγκες της εποχής μας στη γλώσσα των ταξικών τους συμφερόντων. Η “δια βίου εκπαίδευση” έχει γίνει την τελευταία δεκαετία σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες το άλλοθι για τη μαζική και πρόωρη έξωση της νεολαίας από την εκπαίδευση. Σαν όραμα της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής προβάλλεται η “κοινωνία της γνώσης”, μια “μετακαπιταλιστική” τάχα κοινωνία, που διατηρεί όλα τα βασικά γνωρίσματα του καπιταλισμού …εκτός από τις αντιθέσεις του κι ιδιαίτερα τη βασική του αντίθεση “κεφάλαιο-εργασία”. Καταυτόν τον τρόπο οι απολογητές του καπιταλισμού θέλουν να ξεμπερδέψουν με το σοσιαλισμό και την πάλη των τάξεων. Έτσι, η γνώση αναγορεύεται “αυταξία”, απομονώνεται από το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα κι ο καθένας καλείται να οικοδομεί “μόνος του” την εκπαίδευσή του, συλλέγοντας γνώσεις και δεξιότητες. Το σχολείο τους έχει καθήκον να εξασφαλίζει το ελάχιστο γνωστικό υπόβαθρο και κυρίως να καλλιεργεί τη συνήθεια της “συνεχούς μάθησης”- έτσι ονομάζουν το αίσθημα της ασημαντότητας μπροστά σε έναν κόσμο που στην ολότητά του είναι τάχα αδύνατο να κατανοήσουμε και άρα να αλλάξουμε. Το ζήτημα, γι’ αυτούς, είναι να προσαρμοστούμε και- ο καθένας μόνος του- να “σωθούμε”. Ο σκοταδισμός κυριαρχεί. Ο καπιταλισμός στην κρίση του μόνο τέτοια οράματα μπορεί να προβάλλει. Δεν χρειάζεται να αναλύσουμε εδώ τα συγκεκριμένα καθήκοντα, που τα μονοπώλια υπαγορεύουν στην εκπαίδευση, μέσα από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις τους και τους κοινωνικούς και πολιτικούς εκπροσώπους τους: μέσα από την έκθεση του ΟΟΣΑ, τις Λευκές Βίβλους της ΕΕ, τις προτάσεις της Στρογγυλής Τράπεζας των Ευρωπαίων Βιομηχάνων, του ΣΕΒ, των αστικών κομμάτων κι όλων γενικά των υποστηριχτών της “κοινωνίας της γνώσης”. Ένα σύγχρονο Μεσαίωνα μας ετοιμάζουν.
Προσπαθούν να κρύψουν το κύριο πρόβλημα του σχολείου : ποιον άνθρωπο η κοινωνία θέλει να διαπλάσει. Σήμερα το επίπεδο της γνώσης, της επιστήμης, του ρόλου της στην παραγωγή, απαιτεί όλο και περισσότερο ανθρώπους βαθιά καλλιεργημένους και αρμονικά αναπτυγμένους, ικανούς να βλέπουν όχι μόνο έναν κλάδο αλλά όλο το δάσος, το κοινωνικό σύστημα παραγωγής, ανθρώπους με επιστημονικό κοσμοθεωρητικό υπόβαθρο. Όχι ανθρώπους αδύναμους, που θα καθορίζουν την πορεία τους στη ζωή, με βάση την κοντινή στενή ατομική προοπτική, τρέχοντας πίσω από τις εξελίξεις. Αλλά ανθρώπους δυνατούς, για να αντιμετωπίζουν όλα τα μελλοντικά προβλήματα που είναι δυνατόν να παρουσιαστούν στη ζωή τους, έχοντας ευρύτερη κοινωνική προοπτική, αποτελώντας συνειδητό συντελεστή της κοινωνικής εξέλιξης. Εδώ όμως δεν ταυτίζονται οι ανάγκες και οι αξιώσεις της άρχουσας τάξης, με τις απαιτήσεις του λαού μας. Κι είναι ορατή η τάση σε όλη την καπιταλιστική Ευρωπαϊκή ΄Ενωση ν’ αναπαράγονται άνθρωποι γυμνοί από τον υλικό και πνευματικό πλούτο, τις παραδόσεις και τη συνείδηση της ανθρωπιάς τους, άτομα που εύκολα καλουπώνονται στις απαιτήσεις του κάθε κεφαλαιοκράτη και στις στρατηγικές επιδιώξεις του κεφαλαίου. Έτσι, τα προβλήματα κι οι αντιθέσεις θα οξύνονται.
Είμαστε αντίθετοι στη μονομέρεια, στο μηχανικό άνθρωπο, στο σωματικά εξοντωμένο και πνευματικά χειραγωγημένο, όπου καταλήγει η “δια βίου κατάρτιση”. Γι’ αυτό προτάσσουμε την ανάγκη της διευρυμένης ποσοτικά και ποιοτικά Βασικής-Γενικής εκπαίδευσης. Κορυφαίο τμήμα μιας τέτοιας εκπαίδευσης πρέπει να είναι οι τάξεις του σημερινού λυκείου, υπηρετώντας όχι την επαγγελματική προεπιλογή αλλά τη σφαιρική κοινωνική διαπαιδαγώγηση του νέου ανθρώπου. Δε θέλουμε παράλληλο στη γενική εκπαίδευση κύκλωμα επαγγελματικής. Ούτε αυτόνομο λύκειο από τη βασική υποχρεωτική εκπαίδευση, γιατί τότε θα διατηρούσαμε τον προθάλαμο των ΑΕΙ. Δεν θέλουμε με άλλα λόγια να διαιωνίσουμε τα χρόνια προβλήματα του σχολείου: το χαμηλό επίπεδο της Βασικής Εκπαίδευσης, την αποσπασματικότητα των γνώσεων, το διαχωρισμό θεωρίας και πράξης, της επιστήμης από την εφαρμογή της στην κοινωνική ζωή. Στο “Ενιαίο Λύκειο” της αντιδραστικής μεταρρύθμισης, που ούτε ενιαίο ούτε βασικό σχολείο είναι, στη δήθεν αναβάθμιση της εκπαίδευσης, στη δήθεν ελεύθερη πρόσβαση, στη δήθεν έλλειψη άλλης πρότασης, εμείς αντιπροτείνουμε το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό Υποχρεωτικό σχολείο, σαν προαπαιτούμενο της παραπέρα εκπαίδευσης και επιλογής ζωής.
Οι πλούσιες αγωνιστικές παραδόσεις και κατακτήσεις κι οι πρόσφατοι αγώνες για την κατάργηση των αντιεκπαιδευτικών νόμων 2525/97 και 2640 /98 δείχνουν πως οι νέοι δε θα πάψουν να διεκδικούν καλύτερη μόρφωση από τους πατεράδες και τους παππούδες τους. Η ίδια η μαζική αντίδραση του λαού μας στην επιχειρούμενη έξωση των μαθητών από την εκπαίδευση, η απαίτηση για αποσύνδεση του λυκείου από το σύστημα εισαγωγής και κατάργηση των ΤΕΕ, ανέδειξε την ανάγκη και το αίτημα: το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό σχολείο για όλους, πριν από οποιαδήποτε διαδικασία επιλογής ή ειδίκευσης. Η πρότασή μας δε θα πέσει στο κενό. Γροθιά στο αποκρουστικό πρόσωπο της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής να γίνει η λαϊκή θέληση και πάλη. Το σχολείο του αύριο δεν χτίζεται από τους εργολάβους του χτες.