Ποιά είναι σήμερα η ταξική διάρθρωση της ελληνικής υπαίθρου; Μπορούμε να μιλήσουμε για καπιταλισμό στις αγροτικές σχέσεις παραγωγής;
Θεωρώντας τα πράγματα από μια μαρξιστική σκοπιά, δε μπορούμε παρά να απαντήσουμε θετικά στο δεύτερο ερώτημα. Κάνοντας μια απόπειρα διαχρονικής προσέγγισης στο αγροτικό ζήτημα, είδαμε ότι η συγκέντρωση γης και η συγκέντρωση και αξιοποίηση κεφαλαίων υπήρξαν πάντοτε συγκοινωνούντα δοχεία. Πέρα από αυτό, είναι εντελώς λάθος αυτό που ισχυρίζονται ορισμένοι μελετητές, όπως ο Κ. Βεργόπουλος, ότι η κυριαρχία του μικρού αγροτικού νοικοκυριού στην ύπαιθρο είναι απόδειξη της μη ύπαρξης καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Θα ήταν (ας μας επιτραπεί η σύγκριση) σα να ισχυριζόμαστε ότι η ύπαρξη μικρών και μεσαίων επαγγελματοβιοτεχνών αποδεικνύει τη μη ύπαρξη καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στη βιομηχανία. Σήμερα, με τη γεωργία ασχολείται το 20% περίπου του ενεργού οικονομικά πληθυσμού5. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια σχετική αύξηση της αστικής τάξης της υπαίθρου (των γαιοκτητών που κατέχουν μεγάλες εκτάσεις γης, χρησιμοποιούν μισθωτή εργασία και κατέχουν επαρκή άλλα μέσα παραγωγής, πχ. αγροτικά μηχανήματα). Η μεσαία αγροτιά δείχνει μια πτωτική τάση (που μπορεί να σημαίνει είτε την αύξηση των εισοδημάτων της και την προσέγγισή της στα αστικά στρώματα είτε μια κοινωνική και οικονομική έκπτωσή της). Η μικρή αγροτιά παρουσιάζεται αριθμητικά σταθερή. Στην πραγματικότητα όμως, ένα τμήμα της προλεταριοποιείται και η αριθμητική απώλεια καλύπτεται από μεσαίους αγρότες που εκπίπτουν ταξικά. Αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν την παραπέρα ενδυνάμωση του κεφαλαίου στην ύπαθρο, ενώ παράλληλα εισβάλλουν σε αυτή με δυναμισμό τα μονοπώλια, ελληνικά και ξένα (στην παραγωγή τροφίμων, στην προμήθεια γεωργικών μηχανημάτων και υβριδίων). Το πιστωτικό πρόβλημα των αγροτών είναι μόνιμα οξυμένο. Η πολιτική της ΕΕ αποσκοπεί σε δύο στόχους: Ο πρώτος, είναι να πλήξει τις παραδοσιακές ελληνικές καλλιέργειες, προς όφελος εταίρων που παράγουν ομοειδή προϊόντα. Ο δεύτερος, που αφορά ολόκληρη την Ευρώπη, να μειώσει το μικρό αγροτικό νοικοκυριό στο 4% του ενεργού οικονομικά πληθυσμού, προς όφελος των μονοπωλίων και των μεγάλων γαιοκτητικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Το μέλλον των μικρών αυτών νοικοκυραίων της υπαίθρου σε μια Ελλάδα και μια Ευρώπη που μαστίζονται από την ανεργία δεν θα είναι μόνο οικονομικά αλλά και βιολογικά αβέβαιο.
Και εδώ τίθεται το καίριο πολιτικά ερώτημα: Ποιά είναι η προοπτική της μικρής, ενδεχομένως και της μεσαίας αγροτιάς; Είναι ο βίαιος αφανισμός της, μέσα από τη διαδικασία αφαίρεσης της γης της και της συγκέντρωσής της στα χέρια του καπιταλιστή της υπαίθρου; Είναι η απατηλή ελπίδα που της καλλιεργούν διάφορα αστικά πολιτικά ρεύματα, ότι δηλαδή κάθε μικρός ιδιοκτήτης μπορεί να επιβιώσει, να ισχυροποιηθεί και να επικρατήσει σ' έναν απάνθρωπο ανταγωνισμό; Είναι οι κολακείες που της επιδαψιλεύουν τα φασιστικά καθεστώτα, που προσπαθούν να την προσεταιριστούν ιδεολογικά, χαρακτηρίζοντάς την "κορμό του έθνους", επενδύοντας στο δέσιμο του γεωργού με τη γη του, που, οπωσδήποτε του καλλιεργεί συντηρητική νοοτροπία;
Κατ' αρχήν, εμείς οι κομμουνιστές στηρίζουμε τα δίκαια αιτήματα του αγροτικού κινήματος σήμερα. Πιστεύουμε ότι οι μικροί και μεσαίοι αγρότες έχουν τη θέση τους στο αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό μέτωπο που θα συγκροτείται με την πρωτοπορία της εργατικής τάξης και τη συμμετοχή των άλλων εργαζομένων στρωμάτων. Μέσα από τον αγώνα ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, αντικειμενικά θα προκύψει η ανάγκη να αποφασίσουν "με ποιούς θα παν και ποιούς θα αφήσουν". Η προοπτική της εργαζόμενης αγροτιάς είναι η συνειδητή συνεταιριστική ανάπτυξή της, στον κυοφορούμενο από την ιστορία σοσιαλισμό, με την επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης.