Β.5. Ο πολυτεχνικός χαρακτήρας του γενικού σχολείου για την ολόπλευρη ανάπτυξη των νέων ανθρώπων

Αν το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό σχολείο αποβλέπει στη μόρφωση όλων των ανθρώπων, χωρίς ταξικούς φραγμούς και διακρίσεις, και δε διαφοροποιείται για να υπηρετήσει την ταξική επιλογή, τότε διαφέρει ριζικά και από το παραδοσιακό γενικό σχολείο και από το τεχνικοεπαγγελματικό, που αναπαράγουν τον ταξικό καταμερισμό εργασίας και την αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και χειρωνακτική εργασία. Απορρίπτουμε την αποσπασματική γνώση και την πρόωρη ειδίκευση, το διαχωρισμό θεωρίας και πράξης, της επιστήμης από την εφαρμογή της στη ζωή και την παραγωγή. Η μεγάλη ανάγκη της βασικής εκπαίδευσης στην εποχή μας είναι ένα σχολείο με πολυτεχνικό ορίζοντα, που δε θα αναπτύσσει μονομερώς μια ικανότητα των νέων για απασχόληση, αλλά όλες τις ικανότητές τους, θα μορφώνει πολύπλευρα την προσωπικότητά τους και θα διαπλάθει ανθρώπους ικανούς ν’ αντιμετωπίσουν δημιουργικά την εργασία τους και τη ζωή τους, σε όποιο ή όποια επαγγέλματα μελλοντικά θα υπηρετήσουν. Την ανάγκη για πολυτεχνικό χαρακτήρα της Βασικής –Γενικής εκπαίδευσης γέννησε -αλλά δεν μπορεί να καλύψει -η ανάπτυξη του καπιταλισμού. (Θα συναντήσουμε και σ’ αυτό το σημείο την εκδήλωση της βασικής οικονομικής του αντίθεσης, ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας και την ατομική ιδιοποίησή της). Η αρχή της μεγάλης βιομηχανίας , όπως αποδείχνει έμπρακτα η επιστήμη της τεχνολογίας, είναι η συνειδητή και σκόπιμη εφαρμογή των επιστημών στην κοινωνική παραγωγή. Όμως οι καπιταλιστές, που θέλουν να κρατήσουν τον έλεγχο της παραγωγής και της επιστήμης, όσο εφαρμόζουν την επιστήμη για το συμφέρον τους τόσο αποξενώνουν τον εργάτη από τις πνευματικές του δυνάμεις, τον μετατρέπουν σε απλό εξάρτημα της μηχανής. Έτσι όχι μόνο η αναπαραγωγή του είναι φθηνότερη αλλά και η εξάρτησή του από τον κεφαλαιοκράτη μεγαλύτερη. Επομένως, το σχολείο που αποβλέπει στη διάπλαση ενός ανθρώπου κυρίαρχου της μοίρας του, που θα είναι σε θέση να πάρει μέρος στον έλεγχο της επιστήμης και της παραγωγής, στην οργάνωση της δουλειάς του αλλά κι όλης της κοινωνίας, είναι ένα σχολείο που αντιστρατεύεται τη μονομέρεια στην εκπαίδευση στον ίδιο βαθμό που αντιπαλεύει την αποξένωση από την εργασία. Αντικειμενικά συγκρούεται με τα συμφέροντα, τις επιλογές αλλά και την εξουσία των μονοπωλίων. Συνδέεται με την κοινωνική διαδικασία εξάλειψης των ταξικών αντιθέσεων, ώστε στο σχολείο να προετοιμάζεται αυτό που στη ζωή θα πραγματοποιείται. Το πολυτεχνικό γενικό σχολείο είναι όρος της σοσιαλιστικής παιδαγωγικής, που οι κλασικοί του μαρξισμού λενινισμού χρησιμοποίησαν, για να περιγράψουν την εκπαίδευση που αρμόζει στην εποχή μας, στην εποχή της αντικατάστασης του καπιταλισμού από τη σοσιαλιστική κοινωνία. Στον αγώνα για ολόπλευρη μόρφωση του ανθρώπου μπορεί να υπάρξουν επιμέρους κατακτήσεις, αλλά την ανάγκη αυτή σε τελευταία ανάλυση δεν μπορεί να καλύψει το σημερινό κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Η πολυτεχνική εκπαίδευση ξαναδίνει στην επιστήμη το αληθινό της νόημα, ότι δεν είναι δηλαδή ένα νοητικό παιχνίδι αλλά η αποφασιστική κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στο φυσικό και κοινωνικό του περιβάλλον. Γι’ αυτό, η πολυτεχνική μόρφωση δεν απαιτεί να μελετήσουμε το καθετί , απαιτεί όμως να μελετήσουμε τις αρχές της σύγχρονης παραγωγής γενικά. Ο πολυτεχνικός χαρακτήρας, που καλύπτει τη σύγχρονη έννοια της Γενικής Εκπαίδευσης, αποτελεί την ειδοποιό διαφορά της πρότασής μας από τις διάφορες εκδοχές του αστικού σχολείου κι αναδείχνει την επικαιρότητα και την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού.

Ορισμένες απαραίτητες διευκρινίσεις:

Η πολύπλευρη μόρφωση δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από το παραδοσιακό σχολείο Γενικής Εκπαίδευσης. Αυτό είναι σχολείο θεωριτίστικο, των αποσπασματικών γνώσεων και της παθητικής απομνημόνευσης. Σχολείο των ταξικών φραγμών και της προετοιμασίας των “ειδικών” επιστημόνων, για την αναπαραγωγή της κοινωνικής και οικονομικής δομής του συστήματος. Η εγκυκλοπαιδική μόρφωση, που αποτέλεσε το βασικό περιεχόμενο της αστικής Γενικής Εκπαίδευσης, όταν ακόμα το επίπεδο των επιστημονικών γνώσεων ήταν χαμηλό, δεν αρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της εποχής μας και ήδη βρίσκεται σε αδιέξοδο. Το σύγχρονο σχολείο δεν μπορεί να στοχεύει στην απόκτηση της καθεμιάς γνώσης –η εκλαϊκευση κι αφομοίωση όλων των νέων γνώσεων είναι διαδικασία αδύνατη, με τα δεδομένα της επαναστατικής ανάπτυξης των επιστημών. Αλλά και δεν είναι αυτός ο σκοπός του βασικού σχολείου–η Γενική Εκπαίδευση δεν πρέπει πια να απευθύνεται σε λίγους αλλά να καλύπτει τις ανάγκες της Βασικής Εκπαίδευσης. Αν σήμερα το αστικό σχολειό βγάζει λειτουργικά αναλφάβητους, που δεν ξέρουν τι να κάνουν τις γνώσεις τους, αυτό δεν οφείλεται στην ατομική προσπάθεια των παιδιών και των καθηγητών. (Γι’ αυτό και η αξιολόγηση του μαθητή και του καθηγητή, όσο σκληρή κι αν γίνει, δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα - μπορεί, ίσως, να αποπροσανατολίσει).Το παραδοσιακό γενικό σχολείο κι ιδιαίτερα το λύκειο πληρώνει τις συνέπειες του κοινωνικού χαρακτήρα του, σαν μηχανισμού ταξικής επιλογής και χειραγώγησης. Μορφωτικός στόχος του είναι ο αποθησαυρισμός γνώσεων, η ποσότητα της εργασίας, που απαιτείται για τον ανταγωνισμό. Το πρόγραμμα του λυκείου αποτελεί σύνοψη ειδικών πανεπιστημιακών προγραμμάτων με σκοπό την προετοιμασία και δοκιμασία των υποψηφίων γιατρών, δικηγόρων ή οικονομολόγων. Η συνεχής συσσώρευση θεωρητικών και ασύνδετων γνώσεων έχει οδηγήσει σε οριακό σημείο την εκμετάλλευση του διαθέσιμου σχολικού χρόνου και σε δοκιμασία τις μαθησιακές ικανότητες του νέου ανθρώπου. Η αποσπασματικότητα κυριαρχεί. Ταυτόχρονα, η αποσπασματικότητα των παρεχόμενων γνώσεων εξυπηρετεί και μια προσπάθεια ιδεολογικής χειραγώγησης, υποκατάστασης της επιστημονικής φιλοσοφικής θεώρησης του κόσμου από ανορθολογικές, ψευτοεπιστημονικές και θρησκευτικές προσεγγίσεις, πρόσφορο έδαφος για την αποδοχή της κυρίαρχης πολιτικής. ΄Επειτα ο τρόπος απόκτησης της γνώσης με τα δεδομένα αυτά δεν μπορεί παρά να είναι παθητικός- η μηχανική απομνημόνευση, η αποστήθιση. Η λειτουργία του σχολείου περιορίζεται στις διαλέξεις στην τάξη (=έτοιμη γνώση) και στα βιβλία (=έμμεση γνώση). Όμως, δημιουργική προσωπικότητα διαμορφώνει η γνώση που αποχτιέται με την ενεργό και δημιουργική συμμετοχή του παιδιού. Για να γίνει ο μαθητής υποκείμενο της μαθησιακής διαδικασίας και να αφομοιώνει τη γνώση, χρειάζεται να περνάει από την τάξη στο πειραματικό εργαστήριο και στην ίδια τη ζωή. Το σχολείο πρέπει να επιλέξει τα στοιχεία εκείνα, που ο νέος μπορεί να συναντήσει και να κρίνει στην πράξη, για να διαμορφώσει μια επιστημονική θεώρηση του κόσμου, κριτική και δημιουργική στάση ζωής. Το πρόγραμμα πρέπει να συμβάλει μέσα από το κάθε συγκεκριμένο μάθημα στη γενικότερη θεώρηση των φαινομένων και να αναδείξει την αλληλουχία των γνώσεων. Το ζητούμενο από το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό σχολείο είναι, μέσα από την παρατήρηση της φύσης και την επαφή με τα επιτεύγματα του ανθρώπινου πολιτισμού, μέσα από το επιστημονικό πείραμα και την επαφή με την κοινωνική ζωή, να αναγνωρίσουν οι μαθητές τους πιο γενικούς νόμους της φυσικής και κοινωνικής εξέλιξης και του ρόλου του ανθρώπου μέσα σ’ αυτήν, άσχετα αν αύριο θα γίνουν φυσικοί ή κοινωνιολόγοι. Το ζήτημα δεν είναι να περιλάβει το πρόγραμμα του σχολείου όλα τα επιστημονικά αντικείμενα της επόμενης βαθμίδας, για να προϊδεάσουμε τους ανυποψίαστους μαθητές. Το κύριο για τη βασική εκπαίδευση δεν είναι, για παράδειγμα, να διδαχθεί το παιδί “θεατρολογία”-η δραματουργική παρουσίαση λογοτεχνικών κειμένων, η επαφή με το ίδιο το θέατρο μέσα κι έξω από το σχολείο, αυτή είναι η αισθητική αγωγή του παιδιού που θα είχε σημασία, που θα λειτουργούσε ενισχυτικά στο διαπαιδαγωγητικό έργο και στην αυτοτέλεια του σχολείου.

Το Πολυτεχνικό σχολείο δεν ανήκει στην Επαγγελματικήν εκπαίδευση, δεν αποβλέπει δηλαδή να φτιάξει ειδικούς επαγγελματίες, αλλά είναι σχολείο γενικής μόρφωσης. Πολύπλευρη μόρφωση δεν μπορεί να δοθεί από το τεχνικοεπαγγελματικό σχολείο, το πρακτικίστικο σχολείο των σύγχρονων προλετάριων. Σχολείο των αποσπασματικών εμπειριών και της παθητικής ένταξης στην παραγωγή. Το τεχνικοεπαγγελματικό σχολείο χρησιμοποιεί εκείνα τα στοιχεία της τεχνικής που χρειάζονται για το επάγγελμα, και κυρίως είναι προσανατολισμένο στις ειδικές επαγγελματικές δεξιότητες που μπορεί κανείς να αποκτήσει άμεσα στην παραγωγή. Μια τέτοια μονομερής εκπαίδευση, δεν ταιριάζει στο σύγχρονο επίπεδο της οικονομίας και της επιστήμης, που ανατρέπει διαρκώς την τεχνική βάση της βιομηχανίας και απαιτεί κινητικότητα του εργάτη και των επαγγελμάτων. Όμως ο καπιταλισμός δεν μπορεί να εξασφαλίσει την απόλυτη διαθεσιμότητα του εργάτη για τις εναλλασσόμενες ανάγκες της εργασίας, την πολυμέρειά του, που θα του επιτρέπει να αλλάζει επάγγελμα χωρίς να χάνει τη δουλειά του ( αυτό θα σήμαινε ο ίδιος να παίρνει μέρος στην ιδιοκτησία της παραγωγής και τη διεύθυνση της εργασίας, που είναι ο πυρήνας της κοινωνικής ζωής). Μια τέτοια εκπαίδευση κοστίζει και δεν χρειάζεται στον καπιταλιστή, που έχει στη διάθεσή του περίσσιο εργατικό δυναμικό και τον συμφέρει να το εναλλάσσει στην παραγωγή μέσα από την εναλλασσόμενη μερική κατάρτιση. Ο Μαρξ αποκάλυψε πως όσο υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής καμιά επαγγελματική κατάρτιση δεν μπορεί να εξασφαλίσει την ηρεμία, τη σταθερότητα και τη βεβαιότητα της ζωής του εργάτη, καθώς θα αντιμετωπίζει τη διαρκή απειλή, να του αφαιρέσουν μαζί με το εργαλείο και το μέσο συντήρησης και, κάνοντας περιττή τη μερική λειτουργία του, να τον κάνουν κι αυτόν περιττό.

Εμείς, που δεν είμαστε υποχρεωμένοι να βλέπουμε τα πράγματα από τη σκοπιά του κεφαλαίου, θέλουμε να δημιουργηθούν οι συνθήκες, ώστε η τεχνολογία να χρησιμοποιείται προς το συμφέρον κι όχι σε βάρος του εργάτη. Κι η γνώση της τεχνολογίας δεν μπορεί να ξεκινά με την επαγγελματική ειδίκευση. Θέλουμε στο Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό σχολείο να ενσωματώνονται τα βασικά στοιχεία της τεχνικής όχι σαν εξειδίκευση αλλά σαν γενική προετοιμασία για τη ζωή. Θέλουμε κι εδώ ο νέος να μαθαίνει, όχι το καθετί, αλλά τις βάσεις οικονομίας. Το κύριο ζητούμενο δεν είναι κάποια ξεκάρφωτα μαθήματα πρακτικής, π.χ. χειρισμού των ηλεκτρονικών υπολογιστών, για να βγάλουμε σύγχρονους δακτυλογράφους και λογιστές. Αλλά το σχολείο με τη βοήθεια της επιστήμης να μαθαίνει σταδιακά στους νέους ανθρώπους την κοινωνική ζωή, που πυρήνας της είναι η εργασία. Να γνωρίσει στους μαθητές τις επιστημονικές αρχές της μηχανοποιημένης οικονομίας, τα κοινά εργαλεία που εφαρμόζονται όχι σε έναν τομέα αλλά σε όλους γενικά τους τομείς της παραγωγής, για να τραβήξει το πέπλο μυστηρίου που καλύπτει την παραγωγική διαδικασία. Να ανακαλύψουν οι μαθητές μέσα από τη γνώση της Μηχανικής, όχι τη χειρωνακτική εργασία, αλλά την εφαρμογή της επιστήμης, όχι το χειρισμό μιας μηχανής αλλά ότι σε όλες τις μηχανές έχουμε επανάληψη των ίδιων δυνάμεων. Αλλά και να κατανοήσουν ότι η επιστήμη εφαρμόζεται σε κοινωνικό επίπεδο, γνωρίζοντας για παράδειγμα στο μάθημα της φυσικής τις τεχνικές αρχές του ηλεκτρισμού, όχι μόνο στον πίνακα ή στο σχολικό εργαστήριο αλλά στην εφαρμογή τους στη ζωή, στο σταθμό μετασχηματισμού ή διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο για τη μεταφορά ταξιδιωτών ή εμπορευμάτων, στο τρακτέρ για την καλλιέργεια της γης. Να συνδυάζονται οι γνώσεις που διδάσκονται, για παράδειγμα η διδασκαλία των πρώτων υλών στο μάθημα της γεωγραφίας με τις αρχές της μηχανικής επεξεργασίας του μαθήματος της φυσικής και της χημείας , για να εδραιωθεί στη συνείδησή τους η αλήθεια, ότι οι επιστήμες δεν αποτελούν αυτοσκοπό κι ούτε αυτόνομες είναι, αλλά συνεργάζονται για κάποιον κοινωνικό σκοπό. Γενικά το πρόβλημα δεν είναι λοιπόν να προστεθούν κάποια μαθήματα για τη διδασκαλία της οικονομίας και της τεχνολογίας, αλλά να διαπερνά όλο το σχολικό πρόγραμμα σαν κεντρικός άξονας η αναγνώριση του ρόλου της εργασίας και της παραγωγής σαν την αφετηρία της επιστήμης και της ανθρώπινης κουλτούρας, τη βάση της κοινωνικής ζωής. Και κάθε άλλο παρά επιδιώκουμε την δουλική προσαρμογή στο κοινωνικό σύστημα, κι όπως επιχειρείται σήμερα, μέσα από διάφορες μορφές “μαθητείας” να συνηθίσουν οι μαθητές από μικροί στην εκμετάλλευσή τους. Αντίθετα, θέλουμε οι νέοι άνθρωποι να κατανοήσουν πως η ανεργία δεν είναι αποτέλεσμα δικής τους ανικανότητας κι έλλειψης προσαρμοστικότητας, όπως και η άναρχη ανταγωνιστική ανάπτυξη, που καταστρέφει τις παραγωγικές δυνάμεις, τη φύση μαζί και την ανθρώπινη φύση, δεν είναι αποτελέσματα της τεχνολογίας και της επιστήμης αλλά της χρησιμοποίησής τους. Στο μέλλον θα γνωρίσουν την κοινωνία εκείνη, όπου η κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και η κοινωνική της διεύθυνση, θα απελευθερώσουν την εργασία και θα επιτρέψουν ακόμη και τη χρησιμοποίησή της στην εκπαιδευτική διαδικασία, όχι σαν αγγαρεία κι εκμετάλλευση αλλά σαν μέθοδο για την ολόπλευρη διάπλαση των ανθρώπων. Η αξιοποίηση της εργασίας ως παιδαγωγικής μεθόδου είναι πολύ πλατύ φιλοσοφικό και παιδαγωγικό θέμα, για το οποίο θα μπορούσαν πολλά να ειπωθούν. Κρατούμε για το μέλλον, στον τομέα αυτό, την πείρα των σοσιαλιστικών χωρών, όπου η πειραματική εφαρμογή της επιστήμης και η κοινωνική διαπαιδαγώγηση, ξεκινούσε από την ομαδική δουλειά στο εργαστήριο και στο σχολικό κήπο και έφτανε μέχρι την προγραμματισμένη άσκηση στο εργοστάσιο, τον αγροτικό ή επαγγελματικό συνεταιρισμό. Μέθοδος που, στο βαθμό που καλλιεργήθηκε, ενωμένη με τη θεωρία, προσέγγισε με επιτυχία το στόχο για ανάπτυξη πολύπλευρα της πνευματικής, πρακτικής και κοινωνικής ωριμότητας των νέων ανθρώπων. Της πνευματικής ωριμότητας μέσα από την παρατήρηση, την έρευνα, τη ζωντανή σύνδεση της επιστήμης και της πράξης. Της πρακτικής ωριμότητας μέσα από το συνδυασμό πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, την καλλιέργεια πρακτικού πνεύματος που απορρίπτει το βερμπαλισμό και το φορμαλισμό στη διαδικασία της γνώσης. Της κοινωνικής ωριμότητας μέσα από την επαφή με την πραγματικότητα, την κατανόηση του κόσμου της εργασίας και των κοινωνικών σχέσεων. Σε κάθε περίπτωση η διαπαιδαγώγηση του νέου ανθρώπου δεν εξαντλείται στο σχολείο, όπως και το περιεχόμενο της κοινωνικής διαπαιδαγώγησης στο σχολείο δεν καθορίζεται αυτόνομα αλλά από τις δυνάμεις που στην κοινωνία κυριαρχούν.

Προηγούμενη σελίδαΕπόμενη σελίδα